ΟΙ ΕΠΟΧΕΣ ΤΗΣ ΚΑΤΕΡΙΝΗΣ

Δεκαετία του ’40 – Κατοχή, Αντίσταση, Απελευθέρωση (1941-1944)

Παρέλαση Νεοζηλανδών στην οδό Μεγάλου Αλεξάνδρου στις αρχές Απριλίου 1941. Αριστερά διακρίνεται η είσοδος της οδού Αβέρωφ και δεξιά της οδού Κύπρου. Πηγή: Φωτογραφική συλλογή Παρασκευά Καλπακτσόγλου στο διαδίκτυο.

Η μελέτη της δεκαετίας του ’40 στην Ελλάδα βρέθηκε στη σκιά του Εμφυλίου με αποτέλεσμα να καθυστερήσει πολύ να χειραφετηθεί επιστημονικά και να απεμπλακεί από τα δίπολα καλοί – κακοί, νικητές – ηττημένοι. Προιόντος του χρόνου έγιναν πολλές προσπάθειες τοπικά και περιφερειακά να ερευνηθεί η διχαστική αυτή δεκαετία προσπερνώντας τις διαιρέσεις του παρελθόντος. Στην πόλη όμως και στην περιφέρεια της Κατερίνης η έρευνα για την δεκαετία του ’40 εντάχθηκε κυρίως στο πλαίσιο ευρύτερων μελετών ή σχετικών μονογραφιών πανεπιστημιακών όπως του Στράτου Δορδανά, του Βάιου Καλογρηά, του Νίκου Μαρατζίδη ή ερευνητών όπως  του Ανδρέα Βενιανάκη και του Νίκου Σαλπιστή.  Έτσι η προσπάθεια αναζήτησης πρωτογενών αλλά και δευτερογενών πηγών παρουσιάζει διάσπαρτα αποτελέσματα που χρήζουν περαιτέρω έρευνας και ερμηνείας. Με την ελπίδα το μέλλον να φέρει και στην περιοχή μας μεγαλύτερο ενδιαφέρον για την «επίμαχη» αυτή δεκαετία, παρουσιάζουμε μια συνοπτική επισκόπησή της η οποία σίγουρα θα αναθεωρηθεί και θα αναπροσαρμοστεί λαμβάνοντας υπόψη νέα ερευνητικά αποτελέσματα, νέες προσεγγίσεις και νέους προβληματισμούς.

Οδεύοντας προς την Κατοχή. «Η Ελλάδα δεν περιλαμβανόταν στον αρχικά σχεδιασμένο ζωτικό χώρο της Γερμανίας. Η Γερμανία από τον Μεσοπόλεμο και μετά είχε εντάξει την Ελλάδα στην οικονομική της περιφέρεια. Ήταν περιττή επομένως η ενσωμάτωσή της. Η Ελλάδα περιλαμβανόταν όμως στο ζωτικό χώρο της Ιταλίας, η οποία ήδη από το 1911. τη θεωρούσε εμπόδιο για τη κατίσχυσή της στην ανατολική Μεσόγειο». Η αποτυχία όμως του Μουσολίνι να επικρατήσει κατά την επέμβασή του στην Ελλάδα έθεσε υπό αμφισβήτηση τη δυναμική του ως αξιόμαχου συμμάχου. «Η Γερμανία ήλθε σε βοήθεια της Ιταλίας, επιτέθηκε στην Ελλάδα, την κατέλαβε ταχύτατα και προσκάλεσε τους Ιταλούς να τη συνδιοικήσουν. Στο ελληνοαλβανικό μέτωπο η Ιταλία δεν ηττήθηκε μόνο απέναντι στην Ελλάδα αλλά απέναντι και στη Γερμανία. Έκτοτε, υποβιβάστηκε στη θέση του υποτελούς συμμάχου. […] Στις  6 Απριλίου 1941 ξεκίνησε η γερμανική εισβολή στην Ελλάδα, αρχικά μέσω Βουλγαρίας και στη συνέχεια μέσω Γιουγκοσλαβίας, η οποία καταλήφθηκε αστραπιαία ύστερα από έναν εξοντωτικό βομβαρδισμό του Βελιγραδίου με χιλιάδες νεκρούς. Τρείς ημέρες αργότερα (9 Απριλίου), τα γερμανικά στρατεύματα κατέλαβαν τη Θεσσαλονίκη»  (Λιάκος 2024, 193, 194, 200, 201).

 

«Έλληνες στρατιώτες που γύρισαν από την Αλβανία βρίσκουν φιλοξενία από κατοίκους του Σιδ. Σταθμού (Απρίλης του 1941)» Πηγή: Σαλπιστή Νίκου (2003), Κατοχή 1941-1945.

Η είσοδος των Γερμανών στην πλατεία Ελευθερίας στις 14.4.1941 από την οδό Παναγή Τσαλδάρη. Στη γωνία διακρίνεται το ξενοδοχείο “Ανατολή” και δίπλα το “Ζυθεστιατόριον 4η Αυγούστου”. Πηγή: Μαθιόπουλου Βάσου (2006), Εικόνες Κατοχής, εκδόσεις Ερμής, Αθήνα.

«Οι Άγγλοι είχαν αποφασίσει να συγκροτήσουν μια γραμμή άμυνας από τον Όλυμπο μέχρι τον Αλιάκμονα και πρότειναν τη σύμπτυξη του ελληνικού στρατού από τις θέσεις του στην Αλβανία. Ωστόσο, Παπάγος δεν έδινε διαταγή για υποχώρηση και όταν την έδωσε ήταν αργά, καθώς οι απαραίτητοι ελιγμοί δεν ήταν εφικτοί και μια οργανωμένη υποχώρηση παρουσιαζόταν αδύνατη. Ο Ελληνικός στρατός στην Αλβανία άρχισε σιγά σιγά να αποσυντίθεται, η απείθεια γενικεύτηκε και οι λιποταξίες πολλαπλασιάστηκαν». Στις 12 Απριλίου οι γερμανικές δυνάμεις επιτέθηκαν εναντίον των Άγγλων στη γραμμή Αλιάκμονα. Οι τελευταίοι, που δεν είχαν προλάβει να οργανώσουν πλήρως την άμυνά τους, άρχισαν να συμπτύσσονται προς τον νότο (Κωστής 2023, 654-656).

 

 

 

 

 

1941 Οι Γερμανοί στην Κατερίνη. Οι Γερμανοί μπαίνουν στην Κατερίνη στις 14 Απριλίου 1941 κάμπτοντας τη μικρή αντίσταση μονάδων του αυστραλιανού και νεοζηλανδικού εκστρατευτικού σώματος. Ο Σάββας Κανταρτζής ζει τα γεγονότα και τα περιγράφει: «Όταν έμαθα ότι πέρασαν τον Αλιάκμονα και το απόγευμα θα φτάσουν στην Κατερίνη, άθελά μου ένοιωσα μια ανατριχίλα κι αποφάσισα να μη κατέβω στην αγορά. Δεν βάσταγε η καρδιά μου να δω τους μηχανοκίνητους Ούνους, που μπήκαν στην πατρίδα να λερώσουν τα άγια χώματά της και να καταλύσουν τις ελευθερίες του ελληνικού λαού. (Να επισημάνουμε βέβαια ότι οι ελευθερίες του ελληνικού λαού είχαν ήδη καταλυθεί, όπως ο ίδιος ο συγγραφέας περιέγραψε, από τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου) Είχα όμως την περιέργεια να μάθω τι έγινε στην αγορά όταν έφτασαν. Με μεγάλη λύπη έμαθα από γειτόνους που βρέθηκαν στην αγορά, ότι τους υποδέχτηκαν μεχειροκροτήματα και αρκετοί γνωστοί μου –θύματα του γερμανοσοβιετικού συμφώνου» (Κανταρτζής 1982, 1291).Η είσοδος των Γερμανών στην πλατεία Ελευθερίας στις 14.4.1941 από την οδό Παναγή Τσαλδάρη. Στη γωνία διακρίνεται το ξενοδοχείο “Ανατολή” και δίπλα το “Ζυθεστιατόριον 4η Αυγούστου”. Πηγή: Μαθιόπουλου Βάσου (2006), Εικόνες Κατοχής, εκδόσεις Ερμής, Αθήνα.

Η είσοδος των Γερμανών στην πλατεία Ελευθερίας στις 14.4.1941 από την οδό Παναγή Τσαλδάρη. Αριστερά διακρίνεται κάποιος να χαιρετά ναζιστικά. Πηγή: Μαθιόπουλου Βάσου (2006), Εικόνες Κατοχής, εκδόσεις Ερμής, Αθήνα.

Κατερίνη 14.4.1941. Οι Γερμανοί διασχίζουν την πόλη προς τα νότια από την οδό 25ης Μαρτίου. Στα αριστερά διακρίνεται η οικία Τσαλόπουλου. Προέλευση: Άγνωστη πηγή του διαδικτύου.

Ο κύριος Τάκης Δεληγιαννίδης που βρέθηκε μικρό παιδί τότε στην πλατεία Ελευθερίας μας πληροφορεί ότι δεν ήξερε ποιος αλλά «είχαν ειδοποιήσει ότι θα έρθουν οι Γερμανοί να πάμε να τους υποδεχτούμε». Οι κατακτητές λοιπόν μπαίνουν από την οδό Παναγή Τσαλδάρη στην Πλατεία Ελευθερίας, όπως φαίνεται και από το σχετικό φωτογραφικό υλικό που διαθέτουμε. «Οι πρώτοι που ήρθανε ήτανε μοτοσικλετιστές. Κάτι μοτοσικλέτες διπλές με ένα καλάθι δίπλα, ο ένας μέσα. […] Περάσαν έτσι από την πλατεία κάτω και μπήκανε στη Μαρτίου τώρα που πήγανε… άλλοι πήγαν στο σταθμό, άλλοι εδώ άλλοι εκεί…» (Δεληγιαννίδης 2019).

Η είσοδος των Γερμανών στην πλατεία Ελευθερίας στις 14.4.1941. Τους υποδέχεται ο μητροπολίτης Κωνσταντίνος Κοϊδάκης. Πηγή: Μαθιόπουλου Βάσου (2006), Εικόνες Κατοχής, εκδόσεις Ερμής, Αθήνα.

Στην πλατεία τον επικεφαλής Γερμανό αξιωματικό υποδέχεται αντιπροσωπεία κατοίκων της πόλης προεξάρχοντος του μητροπολίτη Κίτρους και Κατερίνης Κωνσταντίνου Κοϊδάκη.

Στο μεταξύ, οι αυστραλονεοζηλανδικές δυνάμεις επιχειρούν, χωρίς αποτέλεσμα, να ανακόψουν την προέλαση των γερμανικών δυνάμεων στα στενά της Πέτρας και των Τεμπών. «Από τα χαράματα, την άλλη μέρα ακουόταν από την πλευρά του Ολύμπου άγριο κανονίδι. Κατέβηκα στην αγορά και με κρυφή χαρά έμαθα ότι οι αυστραλονεοζηλανδοί στρατιώτες οχύρωσαν θέσεις στα στενά της Πέτρας, ανάμεσα Όλυμπο και Πιερία, και στα Τέμπη.

 

 

Στιγμιότυπο από τον βομβαρδισμό των νεοζηλανδικών θέσεων στο κάστρο του Πλαταμώνα. Οι φωτογραφίες προέρχονται από γερμανική προπαγανδιστική έκδοση του 1941 και την εντόπισε ο Ανδρέας Μπούκας (www.spieria.gr). Πηγή: http://www.mixanitouxronou.gr/i-sfodri-poliorkia-toy-kastroy-toy-platamona-apo-toys-germanoys-to-1941-i-agnosti-machi-poy-edosan-oi-neozilandoi-me-aytoschedies-cheirovomvides-kai-dynamiti/

Η μάχη συνεχίστηκε ως το βράδυ και, ομολογώ την χριστιανικά απαράδεκτη ικανοποίηση που δοκίμασα, όταν το βραδάκι, περνώντας από τον αλβανικό τεκέ, είδα γερμανούς στρατιώτες με αξιωματικούς να κατεβάζουν δύο νεκρούς που έφεραν από τον Όλυμπο και να τους θάψουν στα εκεί αλβανικά μνήματα» (Κανταρτζής 1982, 1292).

1941 Πρώτη μορφή αντίστασης «η απόκρυψη». Η υποχώρηση της συμμαχικής αντίστασης αφήνει πίσω της «νεκρούς, τραυματίες και ζωντανούς που είχαν αποκοπεί από τις μονάδες τους. Με κίνδυνο της ζωής τους οι δικοί μας τους έκρυψαν και τους φύλαξαν. Τέτοιοι, χαμένοι στον Όλυμπο και τα Πιερία βρέθηκαν αρκετοί και στην περιφέρειά μας»  (Κανταρτζής 1982, 1292).  «Από τις πρώτες αντιστασιακές πράξεις είναι η απόκρυψη και φυγάδευση Βρετανών (Νεοζηλανδών) στη Μ. Ανατολή, καθώς και η συλλογή όπλων του Ελληνοιταλικού πολέμου που έφεραν πολλοί στα χωριά τους» (Σαλπιστής 2001, 15).  Η Μαρία Σπυριδοπούλου πληρώνει το τίμημα του θάρρους και της αλληλεγγύης της. «Το 1941, όταν ήμασταν υπό την κατοχή των Γερμανών, είχαμε κρύψει στο σπίτι μας στην Κατερίνη (οδός Μάρκου Μπότσαρη στα Ευαγγελικά) δύο Νεοζηλανδούς αιχμαλώτους στρατιώτες για να μην τους συλλάβουν οι Γερμανοί και τους σκοτώσουν. Μια βραδιά που έκανε ζέστη, τόλμησαν και βγήκαν έξω να κάνουν μια μικρή βόλτα και να πάρουν αέρα». Κάποιος τους είδε όμως και […]. «Μετά από μερικές μέρες, πολύ νωρίς το πρωί ακούστηκαν φωνές και ασυνήθιστη φασαρία. Πολλοί Γερμανοί στρατιώτες έμπαιναν στα σπίτια και έψαχναν για κρυμμένους Άγγλους. Έψαχναν να βρουν και το δικό μας σπίτι».   Παρά το γεγονός ότι η αφηγήτρια  πρόλαβε να τους ειδοποιήσει και διέφυγαν από την πίσω πόρτα οι Γερμανοί τους βρήκαν και τους συνέλαβαν. «Μετά από ένα μήνα, ήλθε στο σπίτι ένας Γερμανός αξιωματικός που μιλούσε πολύ καλά Ελληνικά, μαζί με έναν Έλληνα. Μου έκαναν μερικές ερωτήσεις και με συνέλαβαν. Με μετέφεραν στη Θεσσαλονίκη στο στρατόπεδο Παύλου Μελά. Εκεί με έβαλαν στη φυλακή στο κελί αριθμός 510» (Σπυριδόπουλος 2016, 7-9). Δεν κράτησαν όμως όλοι την ίδια στάση απέναντι στους αποκομμένους. Ένας από αυτούς ήταν «ο μοίραρχος Τομαδάκης (σκοτώθηκε αργότερα σε ενέδρα ανταρτών) που ήταν διώκτης των Εγγλέζων γιατί  ήταν γερμανόφιλος…Μια ημέρα ο Τομαδάκης συνέλαβε κατόπιν προδοσίας έναν εγγλέζο, του έβαλε χειροπέδες, του κρέμασε το πιστόλι στο λαιμό και τον πέρασε μέσα από την Μεγάλου Αλεξάνδρου οδηγώντας στο κρατητήριο της χωροφυλακής (δίπλα στο Παλιό Γυμνάσιο)» (Δαρίβας χ.χ, 161). Κάποιοι άλλοι επίσης παρέδιδαν τους Άγγλους στις δυνάμεις κατοχής όπως ο Βαής της Υ.Β.Ε που «τον ονόμαζαν προδότη» γιατί την άνοιξη του 1942 είχε παραδώσει «στους Γερμανούς επτά Άγγλους ξεκομμένους στρατιώτες που κρύβονταν στο συνοικισμό των Καθολικών (εννοεί των Ευαγγελικών) στην Κατερίνη» (Πρωτόπαπας 1978, 74, 80).   Σύμφωνα με τον Σαράντη Πρωτόπαπα (Κικίτσα) «ως τις αρχές του 1943 από τους 120 Άγγλους στρατιώτες και αξιωματικούς  που φύλαγε και προστάτευε η κομματική οργάνωση Κατερίνης, το μεγαλύτερο μέρος φυγαδεύτηκε στη Μέση Ανατολή» (Πρωτόπαπας 1978, 44-45).

Γερμανοί επισκευάζουν ανατιναγμένη γαλαρία κοντά στην Κατερίνη στις 17.4.1941. Πηγή: Μαθιόπουλος Βάσος (2006), Εικόνες Κατοχής, σελ. 30-31.

1941 – 42  Η πείνα. «Οι Γερμανοί αφού τον πρώτο χρόνο μας πίεσαν πήραν όσα πήραν. Τώρα βαδίζουμε στο δεύτερο χρόνο που αρχίζει το δράμα της δυστυχίας, της πείνας, των θανάτων. Τα καραβάνια των δυστυχισμένων ανθρώπων έρχονται κατά εκατοντάδες από τις μεγαλουπόλεις για να προμηθευτούν λίγο στάρι, αλεύρι ή ότι άλλο φαγώσιμο για να σώσουν τις οικογένειές τους. Προσφέρουν μεγάλα ποσά για λίγα τρόφιμα. Είμαι αυτόπτης μάρτυρας που ένας Αθηναίος που φαινόταν πολύ κύριος, καλοβαλμένος, μπαίνει μέσα στην αυλή που καθόμασταν όλη η οικογένεια (γωνία Σαρανταπόρου και Κρέσνας) και με μεγάλη προσοχή και ευγένεια έρχεται κοντά μας και με μεγάλο κόπο, περισσότερο από ντροπή, δεν τολμά να μας πει το σκοπό της επισκέψεώς του, παρά μόνο ζητά συγνώμη για να καθίσει. Κάθεται κοντά μας και ανοίγει ένα μικρό βαλιτσάκι, βγάζει ένα κουτί και το αφήνει πάνω στο τραπέζι. Το ανοίγει και βλέπουμε χρυσαφικά μεγάλης αξίας. Συγχρόνως ανοίγει το στόμα του και λέει αυτά είναι όλα δικά σας. Σώστε τα παιδιά μου, είναι ετοιμοθάνατα από την πείνα» (Δαρίβας χ.χ, 186).

“Σκηνή Κατοχής”, ξυλογραφία, χαρακτικό της Βάσως Κατράκη. Πηγή: https://paletaart.wordpress.com/2013/04/27/κατράκη-βάσω-vasso-katraki-1914-1988/κατράκη-βάσω-σκηνή-από-την-κατοχή/

«Ο κόσμος για να επιβιώσει, βράζει θαλασσινό νερό για να πάρει το αλάτι, μαζεύει τα ψάρια που πετούν οι ψαράδες, τα υποπροϊόντα από τα σφαγμένα ζώα των Γερμανών, καθώς και τα μισοσβησμένα κάρβουνα από τις ατμομηχανές των τραίνων. Ο σιδηροδρομικός σταθμός της πόλης μετατρέπεται σε μια μεγάλη αγορά με μετακινούμενους καταναλωτές και σταθερούς πωλητές. Ψωμί, νερό, καπνός, αυγά ανταλλάσσονται με αντιπυρήνες (αναλγητικό, αντιπυρετικό και αντιφλεγμονώδες φάρμακο), γαλέτες, τσιγαρόχαρτα και προϊόντα της γερμανικής βιομηχανίας. Ο κόσμος μαζεύει από τα βουνά ξύλα και αλάτι από τις αλυκές, όμως αυτά πολλές φορές, αρπάζονται από τους Γερμανούς και δίνονται στους δοσίλογους» (Σαλπιστής 2003, 21).

 «Ο μεγάλος λιμός του 1941-1942 ήταν αποτέλεσμα τριών παραγόντων. Ο πρώτος ήταν η λεηλασία, δηλαδή η αρπαγή των αποθεμάτων τροφίμων για τις ανάγκες των στρατών κατοχής και η αποστολή μεγάλων ποσοτήτων στη Γερμανία ή σε άλλες εμπόλεμες ζώνες. Ο δεύτερος ήταν η εξάρθρωση κράτους και οικονομίας, δηλαδή η διακοπή των συγκοινωνιών εξαιτίας της παρεμπόδισης της ελεύθερης κίνησης και διακίνησης από περιοχή σε περιοχή, από την επίταξη των οχημάτων, την έλλειψη καυσίμων και την καταστροφή δρόμων, γεφυριών, λιμανιών. Τέλος, ο τρίτος παράγοντας ήταν ο ναυτικός αποκλεισμός της κατεχόμενης Ευρώπης από τη Βρετανία»  (Λιάκος 2024, 204-205).

1942 Η οργανωμένη αντίσταση. Από το Φθινόπωρο του 1941 η Αντίσταση στην Ελλάδα παίρνει μαζική μορφή. Τον Σεπτέμβριο ιδρύεται το Ε.Α.Μ  (και τέσσερεις μήνες αργότερα, τον Φεβρουάριο του 1942, το ένοπλο τμήμα του ο ΕΛΑΣ) που θα αποτελέσει τη σημαντικότερη από τις διάφορες αντιστασιακές οργανώσεις της περιόδου. «Κορμός του ήταν το ΚΚΕ, αλλά και μια σειρά από μικρές πολιτικές ομάδες σοσιαλιστών και αγροτιστών που έδιναν την εντύπωση ενός λαϊκού μετώπου» (Λιάκος 2024, 216-217). Σύμφωνα με τον ιστορικό Αντώνη Λιάκο, ο αντάρτικος στρατός του ΕΛΑΣ υπηρετούσε τη «διπλή πολιτική δέσμευση, στην υπεράσπιση της πατρίδας και στην ιδεολογία του παγκόσμιου κομμουνισμού. Έστω και αν στη βάση του επικρατούσε ο τύπος του folk-communism, που συνδύαζε την παραδοσιακή λαϊκή κουλτούρα με τα εξισωτικά κινήματα, και όχι αυτός του καθαρόαιμου μαρξιστή-λενινιστή» (Λιάκος 2024, 233).

“Αντάρτες του ΕΛΑΣ από την Πιερία στην περιοχή της Σίνδου τον Οκτώβριο 1944”. Πηγή: Κρήτος Γεώργιος ή Θαλής (1987), Εθνική Αντίσταση….

Η οργανωμένη αντίσταση άρχισε στην περιφέρεια Κατερίνης την άνοιξη του 1942 και «φούντωσε» στα τέλη του ίδιου χρόνου (Παπαγεωργίου 1981, 125). «Στα Πιερία οι πρώτες αντιστασιακές ομάδες κάνουν την εμφάνισή τους το φθινόπωρο του 1942. Οι κάτοικοι της περιοχής είχαν αντιμετωπίσει με καχυποψία και εχθρική διάθεση την προσπάθεια των πολιτικών στελεχών για την δημιουργία αντάρτικου. Η στρατολόγηση του αγγλόφιλου μόνιμου αξιωματικού Γιάννη Στάθη και η έλευση του Θανάση Γκένιου (ή Λασσάνη) με την ιδιότητα του στρατιωτικού εκπροσώπου του ΕΑΜ βοήθησε στην αλλαγή κλίματος. […] Ο Δεκέμβρης 1942 είναι μήνας σταθμός για την ανάπτυξη του ΕΛΑΣ στην περιοχή. Η διοίκηση του ΕΛΑΣ Μακεδονίας – Θράκης, πέτυχε με την αποστολή στρατιωτικών και πολιτικών στελεχών την οργάνωση του αντάρτικου στην περιοχή. Καταλυτική ήταν η έλευση του έφεδρου αξιωματικού Σαράντη Πρωτόπαπα ή Κικίτσα» (Βενιανάκης 2022, 35-36 και Κρήτος 1987, 49). Στις 17 και 18 Φεβρουαρίου 1943 γίνεται η πρώτη μάχη των ανταρτών του ΕΛΑΣ της περιοχής Πιερίων με τους Γερμανούς στα Στενά της Πέτρας. Η νικηφόρα έκβαση της μάχης, σύμφωνα με τον επικεφαλής καπετάνιο Σαράντη Πρωτόπαπα, «έγινε θρύλος» και ενίσχυσε τις «εαμικές οργανώσεις» καθώς ανέβασε το γόητρο των ανταρτών και απομυθοποίησε το «αήττητο» των Γερμανών. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι την επομένη της μάχης «πάνω από τρείς χιλιάδες χωρικοί (από τα γύρω χωριά) με τσαπιά, τσεκούρια, λοστούς, πριόνια μπήκαν πάνω στη δημοσιά από το 9ο χιλιόμετρο Κατερίνης Ελασσόνας ως τα Κοκκινόγεια και ο δρόμος στις 20 Φλεβάρη είχε καταστρέφει τελείως, είχε γίνει αδιάβατος για τα τροχοφόρα»  (Πρωτόπαπας 1978, 102-117).

Προκήρυξη της ΕΠΟΝ Κατερίνης (1944) με τίτλο “Στη νεολαία του κάμπου”. Πηγή: Αρχεία ΑΣΚΙ, https://askiarchives.eu/show/59023

Η Ε.Π.Ο.Ν Κατερίνης. Η Ε.Π.Ο.Ν (Ενιαία Πανελλαδική Οργάνωση Νέων), η νεολαία του Ε.Α.Μ, ιδρύεται στις 23 Φεβρουαρίου 1943 στην Αθήνα και σταδιακά εξαπλώνεται στην επαρχία. Από μια αποστολή στελεχών από την Αθήνα προς την επαρχία, ίσως στα μέσα Μαρτίου, θα αναδειχθεί ο πρώτος γραμματέας της Ε.Π.Ο.Ν Κατερίνης, ο φοιτητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Κώστας Λιναρδάτος» (Βαρών- Βασάρ 2009,  361, 364, 373). Σύμφωνα με τον Νίκο Σαλπιστή, «Η Ε.Π.Ο.Ν συγκέντρωνε τρόφιμα, ρουχισμό, έκανε εράνους, οργάνωνε πολιτιστικές εκδηλώσεις και πολεμούσε μέσα από τις τάξεις του ΕΛΑΣ. Στο τέλος της Κατοχής αριθμούσε 2.500 μέλη στην πόλη. […] Τον Οκτώβρη του 1944 μοίρασε συσσίτιο σε 1.200 παιδιά» (Σαλπιστής 2001, 75-76).

Εφημερίδα “Λεύτερα Νειάτα” της ΕΠΟΝ Μακεδονίας (27.11.1943). Κύριο άρθρο με τίτλο “Ζήτω το πρώτο παμμακεδονικό συνέδριο της Ε.Π.Ο.Ν”. Πηγή: Αρχεία ΑΣΚΙ, https://askiarchives.eu/show/24021

«Η αυτονόμηση της υπαίθρου από την κατοχική εξουσία… επέφερε και τη συγκρότηση σε ανώτερο επίπεδο των οργανώσεων στις περιοχές του αντάρτικου» (Σκαλιδάκης 2012, 173, 176). Έτσι «στις 20 Σεπτέμβρη 1943 στην Ελαφίνα έγινε συνδιάσκεψη του ΕΑΜ Μακεδονίας. Σ’ αυτή πήραν μέρος αντιπροσωπείες απ’ όλες τις περιφέρειες της Κεντρικής και Δυτικής Μακεδονίας. Μαζεύτηκαν εκεί περίπου πέντε χιλιάδες πατριώτες, μέλη του ΕΑΜ και της ΕΠΟΝ» (Πρωτόπαπας 1978, 209).  «Λίγες ημέρες αργότερα γίνεται στο Καταφύγιο (Κοζάνης) το πρώτο Παμμακεδονικό Συνέδριο της ΕΠΟΝ» (Δορδανάς 2007, 306). Το εφεδρικό ΕΛΑΣ δραστηριοποιούνταν σε χωριά και πόλεις πραγματοποιώντας επιθέσεις εναντίον συνεργατών, δίνοντας πληροφορίες, παρακωλύοντας επιθετικές ενέργειες των κατακτητών, λειτουργώντας ως σύνδεσμοι και οδηγοί ή υποστηρίζοντας, ενισχύοντας και αναπληρώνοντας τις γραμμές του ΕΛΑΣ. (Πρωτόπαπας 1978, 239-240).

Η Επιμελητεία του Αντάρτη πιο γνωστή ως ΕΤΑ συγκροτήθηκε το Μάρτιο 1943 με σκοπό να καλύψει τις ολοένα αυξανόμενες ανάγκες τροφοδοσίας των δυνάμεων του ΕΛΑΣ στις περιοχές που ήλεγχε. Υποστηρίζεται μάλιστα ότι έγινε «ένα είδος οικονομικής – δημοσιονομικής υπηρεσίας» του ΕΛΑΣ. Η ΕΤΑ δραστηριοποιούνταν τόσο στα χωριά όσο και στις πόλεις αναπτύσσοντας ένα πολυμελές δίκτυο απασχολουμένων. Ο έλεγχος των οικονομικών συναλλαγών δεν ήταν πάντα δυνατός με αποτέλεσμα να παρατηρούνται και φαινόμενα καταχρήσεων (Σκαλιδάκης 2012, 225, 267).  Η ΕΤΑ λειτουργούσε και στην Κατερίνη. Από πρακτικό του δημοτικού συμβουλίου, που συγκροτήθηκε μετά την απελευθέρωση, προς την τοπική ΕΤΑ, ο ερευνητής Νίκος Σαλπιστής αντλεί την πληροφορία της άντλησης «φορολογικών εσόδων από γεωργικά και κτηνοτροφικά προϊόντα» (Σαλπιστής 2003, 110).

Εφημερίδα “Αγώνας” της Περιφερειακής Επιτροπής Κατερίνης του Κ.Κ.Ε της 5.6.1944. Πηγή: Συλλογή Νίκου Σαλπιστή.

Εφημερίδα “Νέος Μαχητής” του Περ. Συμβ. της ΕΠΟΝ Πιερίας της 10ης Οκτωβρίου 1943. Πηγή: Συλλογή Νίκου Σαλπιστή.

1942 Ο Τύπος της Αντίστασης. Σύμφωνα με τον Σπύρο Κουζινόπουλο στη «Μακεδονία κυκλοφόρησαν οι περισσότερες από οποιοδήποτε άλλο γεωγραφικό διαμέρισμα της χώρας αντιστασιακές εφημερίδες». Και αν η Θεσσαλονίκη κατέχει την πρωτιά καθώς εκεί «εκδόθηκε τον Ιούνιο του 1941, δύο μόλις μήνες μετά την εισβολή των Ναζί στην Ελλάδα, η εφημερίδα Ελευθερία, η πρώτη σε ολόκληρη την κατεχόμενη τότε από τους Ναζί Ευρώπη παράνομη εφημερίδα», η περιοχή της περιφέρειας Κατερίνης έχει να επιδείξει έναν σημαντικό αριθμό αντιστασιακών εφημερίδων. Από τον Κουζινόπουλο αναφέρονται οι: «Ανεξαρτησία, όργανο της Περιφερειακής Επιτροπής Κατερίνης του Ε.Α.Μ, Ελευθερωτής, του 50ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ (Πιερίων), Νέος Μαχητής, όργανο του Νομαρχιακού Συμβουλίου Κατερίνης της ΕΠΟΝ, Πιερία, όργανο του ΕΛΑΣ Πιερίων, Το Κλαρί, εφημερίδα των ανταρτών του 2ου Σώματος Πιερίων του ΕΛΑΣ, Φλάμπουρο, του ΕΛΑΣ βορείου Ολύμπου – Πιερίων» (Κουζινόπουλος 2005, 147-151).  Ο Νίκος Σαλπιστής αναφέρει και τον «Αγώνα, όργανο της Π.Ε Κατερίνης του Κ.Κ.Ε που πρωτοεκδόθηκε στις 27-10-1942. Η εφημερίδα ήταν δακτυλογραφημένη και έβγαινε κυρίως στην υπόγεια αποθήκη του Κ. Τομπουλίδη». Από τον ίδιο πάντως μαθαίνουμε ότι ο Δ. Ξανθόπουλος, αδελφός του πρώην δημάρχου Αιμίλιου Ξανθόπουλου, ανέβασε στο βουνό τα τυπογραφικά μηχανήματα με τα οποία τύπωνε τοπική εφημερίδα. (Μάλλον πρόκειται για την «Ηχώ των Πιερίων») Σ’ αυτά τυπώνονταν μεγάλο μέρος του αντιστασιακού τύπου». Πολύ  ενδιαφέρουσα επίσης είναι η πληροφορία ότι «στην εκτύπωση των εφημερίδων και τη σύνταξη προκηρύξεων στη γερμανική γλώσσα βοηθούσαν και δύο Γερμανοί στρατιώτες που διέφυγαν στο βουνό τον Απρίλη του 1944 και ονομάζονταν Μάξ και Χάνς» (Σαλπιστής 2003, 79). Σύμφωνα με τον Πρωτόπαπα στις 13 Ιανουαρίου 1943, «στους συγκεντρωμένους πατριώτες (στο ύψωμα Γκόρτσος των Πιερίων), διαβάστηκε η εφημερίδα Νίκη που τύπωνε η περιφερειακή οργάνωση ΕΑΜ Κατερίνης. Στο περιεχόμενο της εφημερίδας υπήρχε και δελτίο πληροφοριών για την κατάσταση στα μεγάλα μέτωπα» (Πρωτόπαπας 1978, 83).

 

Πηγή: Βενιανάκης Ανδρέας (2022), Ο κατοχικός εμφύλιος στην Μακεδονία (1942-1944) …

1943-1944 Οι ένοπλες αντικομουνιστικές οργανώσεις. «Τον Ιούλιο του 1941 αξιωματικοί ίδρυσαν την οργάνωση ΥΒΕ (Υπερασπισταί Βορείου Ελλάδος), με βασικό σκοπό την «εξουδετέρωσιν πάσης ξενικής προπαγάνδας αποβλεπούσης εις την απόσπασιν βορείων επαρχιών της Ελλάδος». Η οργάνωση, με απόφασή της τον Ιούλιο 1942, μετονομάσθηκε για λόγους «τακτικής» σε Πανελλήνια Απελευθερωτική Οργάνωση (ΠΑΟ) και έδρασε αποκλειστικά στη βόρεια Ελλάδα. Παρόλο που στο εσωτερικό της υπήρχαν και σοσιαλίζουσες και αρχειομαρξιστικές ομάδες, η οργάνωση συγκροτήθηκε βασικά από αντικομμουνιστές αξιωματικούς […]» (Καλύβας – Μαρατζίδης 2015, 116). Ο σκοπός της οργάνωσης σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάζει ο Ανδρέας Βενιανάκης ήταν η ανάσχεση της «βουλγαρικής αλλά και της κομμουνιστικής προπαγάνδας»  (Βενιανάκης 2022, 34-35). «Αρχές του 1943, μέσα στην Κατερίνη πραγματοποιήθηκαν συσκέψεις με μικρή όμως συμμετοχή έφεδρων και μόνιμων αξιωματικών με σκοπό την αντιμετώπιση της βουλγαρικής προπαγάνδας και της εξάπλωσης του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ, που θεωρούνταν προέκταση του ΚΚΕ» (Βενιανάκης 2022, 34-35).  Από τη δράση των αντικομουνιστών στην περιοχή της Κατερίνης και αφού απέτυχε ο προσεταιρισμός των ένοπλων τουρκόφωνων Ποντίων από το ΕΑΜ, στα τέλη Φεβρουαρίου με αρχές Μαρτίου 1943 προέκυψε ο «εναγκαλισμός του (αρχηγού τους) Κισά Μπατζάκ με τους αξιωματικούς της ΠΑΟ […] Δεν έλειψαν οι προσπάθειες εύρεσης τρόπου συνεργασίας μεταξύ του ΕΛΑΣ και της ΠΑΟ. Αλλά αυτές ναυάγησαν μέσα σε ένα κλίμα καχυποψίας και αλληλοκατηγοριών […] Στα χωριά της Κατερίνης μοιράστηκαν χιλιάδες προκηρύξεις με αντιεαμικό περιεχόμενο» (Βενιανάκης 2022, 39 -41). Στους επόμενους μήνες εντάθηκαν οι εμφύλιες συγκρούσεις αλλά και «ο αγώνας μεταξύ του ΕΑΜ και των αντικομουνιστών με τρόπαιο τον Κισά Μπατζάκ». Τελικά επιλέγεται η επίθεση εναντίον του Κούκου με σκοπό την εξουδετέρωση των ενόπλων. Οι συνεχείς επιθέσεις στις 17 και Νοεμβρίου 1943 δεν προκαλούν την ήττα των  Κουκιωτών αλλά πολλά θύματα κυρίως από την πλευρά των ανταρτών του ΕΛΑΣ (σαράντα νεκροί και εξήντα τραυματίες).

Πηγή: Βενιανάκης Ανδρέας (2022), Ο κατοχικός εμφύλιος στην Μακεδονία (1942-1944) …

Ο ΕΛΑΣ αποχωρεί «απαγάγοντας εκατόν σαράντα άτομα, γυναίκες και παιδιά τα οποία οδήγησε στην Ελαφίνα»  Μετά από αυτό οι Κουκιώτες ζητούν την βοήθεια των Γερμανών και συμμετέχουν στις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις που πραγματοποιούν αυτοί από τις 18 Δεκεμβρίου 1943 στα Πιέρια. Οι Γερμανοί καταλαμβάνουν την Ελαφίνα απελευθερώνοντας τους όλους τους ομήρους εκτός από 8 που είχαν εκτελεσθεί μεταξύ των οποίων και η γυναίκα του Κισά Μπατζάκ. «Μετά την ολοκλήρωση της επιχείρησης, οι Γερμανοί αποφάσισαν να εξοπλίσουν τους Κουκιώτες […] ενώ «η κακομεταχείριση ορισμένων από τους αντάρτες ευνόησε το κλίμα που είχε διαμορφωθεί για να οπλιστούν μαζικά […] «Μετά τον εξοπλισμό του Κούκου ξεκινάει ένα έντονος αντιεαμικός αγώνας στον οποίο περιλαμβάνονταν εκτελέσεις υπευθύνων εαμικών οργανώσεων των χωριών του κάμπου, συλλήψεις ομήρων και τρομοκρατία των κατοίκων για να εγκαταλείψουν το ΕΑΜ […]». Μέσα στην Κατερίνη συγκροτούνται ένοπλες ομάδες γερμανοντυμένων εθελοντών. (Βενιανάκης 2022, 55-62). Στην περιοχή της Κατερίνης (αλλά και στην ευρύτερη Κεντρική Μακεδονία) οι «τουρκόφωνοι ποντιακοί πληθυσμοί, ιδίως μετά τη διάλυση της ΠΑΟ τον Ιανουάριο του 1944, συντάχθηκαν στο πλευρό των Γερμανών» (Μαρατζίδης 2001, 166).  «Στις 2 Ιανουαρίου 1944, στο χωριό Σεβαστή οργανώθηκε προπαγανδιστική συγκέντρωση υπό την μορφή αντικομμουνιστικού συνεδρίου υπό την προεδρία του Κισά Μπατζάκ» (Βενιανάκης 2022, 65,70). Υποστηρίζεται ότι τους ένοπλους αντικομμουνιστές του Κούκου «συνέδραμαν οι μεγαλοκτηματίες της περιοχής Κατερίνης Τ., Κ., Α., κ.λ.π» (Δαρίβας χ.χ 229).

Αντίστοιχα στην Κατερίνη ιδρύεται η ΕΑΟ (Εθνική Αντικομουνιστική Οργάνωση) με στόχο την εξόντωση των κομμουνιστών. Αυτή άλλοτε «με την απειλή βίας ή με τη  χρήση βίας στρατολόγησε άτομα και τα εξανάγκασε να πολεμήσουν υπό τις διαταγές της. Το ένοπλο τμήμα που δημιουργήθηκε, υπό την διοίκηση του Ξενοφώντα Γ. και του Χριστόδουλου Π. επέφερε πολλά οργανωτικά προβλήματα στην λειτουργία του ΕΑΜ, της ΕΠΟΝ, του εφεδρικού ΕΛΑΣ και του ΕΛΑΣ, στην επαρχία της Κατερίνης. (Σύμφωνα με μαρτυρία  του Στέλλιου Β. η ομάδα του Χριστόδουλου κάθε μέρα σκότωνε έναν γύρω από την Κατερίνη) (Βενιανάκης 2022, 65,70).  «Στην πλατεία της πόλης έγινε ορκωμοσία Ελλήνων συμπολιτών μας που φόρεσαν τη γερμανική στολή. Κακό, πολύ κακό για την φήμη του λαού της Κατερίνης. […] Δυστυχώς δεν άκουσα τι ελέχθη κατά την ορκωμοσία και τι είπαν οι οργανωτές, γιατί ήμουν πολύ μακριά. Βεβαίως εμείς γελούσαμε για την φαρσοκωμωδία (Δαρίβας χ.χ, 233).

Πηγή: Βενιανάκης Ανδρέας (2022), Ο κατοχικός εμφύλιος στην Μακεδονία (1942-1944) …

«Τα γραφεία της ΕΑΟ αποτέλεσαν χώρο συνάντησης πληροφοριοδοτών που δρούσαν στην επαρχία Κατερίνης αλλά και μελών αντικομμουνιστικών επιτροπών διαφόρων χωριών. Στα κρατητήρια της οργάνωσης κλείνονταν κάτοικοι της Κατερίνης και των γύρω χωριών και ξυλοκοπούνταν χωρίς καμιά διάκριση. Οι περισσότεροι από αυτούς δεν είχαν καμία σχέση με το ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ, αλλά συνελήφθησαν με σκοπό να ανταλλάξουν την ελευθερία τους με χρυσές λίρες υπό την προστασία της GFP (Μυστική Στρατιωτική Αστυνομία) με την οποία μοιράζονταν τα κέρδη» (Βενιανάκης 2022, 73-75). «Η έδρα τους ήταν στο πρώην 4ο Δημοτικό Σχολείο, επί της οδού Σαρανταπόρου, πίσω από το αρτοποιείο του Κύρκου (όπου σήμερα το ζαχαροπλαστείο-καφέ «Πόδας»). Σήμερα ανεγέρθη η πολυκατοικία Σαμαλή» (Δαρίβας χ.χ, 233). Ο Ξενοφών Γιοσμάς (ή αλλιώς «Φόν Γιοσμάς» για την τοπική κοινωνία) υπήρξε από τους αρνητικούς πρωταγωνιστές της κατοχικής περιόδου στην Κατερίνη. «Μέσα στο 1943, με την υποστήριξη του τοπικού παραρτήματος της Μυστικής Αστυνομίας, οργάνωσε τις πρώτες Αντικομουνιστικές Ομάδες Ασφαλείας και στη συνέχεια αναβαθμίσθηκε σε οπλαρχηγό, ως Καπετάν Παρμενίων, της  Εθνικής Αντικομουνιστικής Οργάνωσης Κατερίνης, Πιερίων και Ολύμπου. Παρά τις αυξημένες υποχρεώσεις του, ως διώκτης πλέον των κομμουνιστών, δεν εγκατέλειψε την ενασχόληση με τη δημοσιογραφία. Μέχρι τις 2 Ιουλίου 1944 εξέδιδε στην Κατερινη τη Φωνή των Ελλήνων, δημοσιογραφικό όργανο της Εθνικής Αντικομουνιστικής Οργάνωσης» (Δορδανάς 2007, 81).

Πηγή: Βενιανάκης Ανδρέας (2022), Ο κατοχικός εμφύλιος στην Μακεδονία (1942-1944) …

Τον Ιούνιο του 1944 «οι Γερμανοί επέβαλαν την συνένωση των (αντικομουνιστικών) τμημάτων Πιερίας, Κιλκίς και Κοζάνης, σε μία ενιαία στρατιωτική οργάνωση υπό την ονομασία Ελληνικός Εθνικός Στρατός (ΕΕΣ). […] Η διοίκηση ανατέθηκε στον Κισά Μπατζάκ, που υποχρεώθηκε να εγκατασταθεί στην Θεσσαλονίκη, που έγινε η έδρα του ΕΕΣ» (Βενιανάκης 2022, 90). «Μια από πιο αψυχολόγητες πράξεις των αρχηγών του ΕΕΣ (οι τρείς Παπαδόπουλοι) έγινε στις 22 Ιουλίου 1944 όταν έστειλαν τηλεγράφημα απευθυνόμενο προσωπικά στον Αδόλφο Χίτλερ μετά την αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας του. […] Ενώ τα γερμανικά άρματα ζεσταίνανε τις μηχανές τους και ετοιμάζονταν να εκκενώσουνε την Ελλάδα, στα μέσα Αυγούστου 1944, η ηγεσία του ΕΕΣ προσκαλείται στη Βιέννη για να επισκεφθεί την έκθεση «μαχητικός χώρος της Νοτιοανατολής». Το ταξίδι υπαγορεύτηκε για προπαγανδιστικούς λόγους και παρουσιάστηκε από τον κατοχικό Τύπο ως συστράτευση όλης της Ελλάδας για να συμπολεμήσει με το Ράιχ, ενώ ο Κισά Μπατζάκ παρουσιάστηκε ως «ο Έλλην αρχιστράτηγος» που επισκεπτόταν την Βιέννη» (Βενιανάκης 2022, 100-102).

«Τον Οκτώβριο του 1944  στον Αρωνά εγκαταστάθηκε δικαστικό τμήμα του ΕΛΑΣ για την διερεύνηση της δραστηριότητας της ΕΑΟ αλλά και άλλων κατηγοριών που βάρυναν κατοίκους της Κατερίνης και της περιφέρειάς της». Μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας των μαρτυρικών καταθέσεων, η ετυμηγορία οδήγησε στην εκτέλεση 25 ατόμων που κρατούνταν σε μια αποθήκη του χωριού (Βενιανάκης 2022, 113). Στο μεταξύ στον Κούκο στις 7 Οκτωβρίου, μετά την αποτυχία των διαπραγματεύσεων για παράδοση ο ΕΛΑΣ άρχισε την πολιορκία του χωριού. Μέσα στον Κούκο οι οπλίτες είχαν οχυρωθεί σε φυλάκια και χαρακώματα διαθέτοντας παράλληλα βαρύ εξοπλισμό. Μετά από λυσσαλέα μάχη «από δρόμο σε δρόμο και από σπίτι σε σπίτι» οι αντάρτες κατέλαβαν το χωριό. «Ακολούθησαν εκτελέσεις αιχμαλώτων που είχαν προσωπικό χαρακτήρα. Η συμπεριφορά των ανταρτών απέναντι στους αιχμαλώτους ήταν σκληρή». Εκτυλίχθηκαν σκηνές απίστευτης βαρβαρότητας. Τα γυναικόπαιδα και οι οπλίτες που κατάφεραν να διαφύγουν προχώρησαν προς το Κίτρος και στη συνέχεια βρήκαν καταφύγιο στη Θεσσαλονίκη. Ο απολογισμός της μάχης ήταν 350 νεκροί από την πλευρά των οπλιτών και 70 από την πλευρά του ΕΛΑΣ  (Βενιανάκης 2022, 114-120). Ο επίλογος της δράσης των ένοπλων αντικομουνιστών γράφτηκε στο Κιλκίς στις 4 Νοεμβρίου 1944. Στη μάχη που διεξήχθη ανάμεσα στις δυνάμεις του ΕΛΑΣ και τις δυνάμεις του ΕΕΣ και των άλλων αντικομουνιστικών ομάδων που συγκεντρώθηκαν εκεί προκειμένου να οργανώσουν την άμυνά τους, οι τελευταίοι κυριολεκτικά εξοντώθηκαν ενώ ο Κισά Μπατζάκ αυτοκτόνησε προκειμένου να αποφύγει την αιχμαλωσία (Βενιανάκης 2022, 143-178).

 

1943 -44 Εγκαταστάσεις, στρατωνισμοί και χώροι κράτησης των Γερμανών. Οι Γερμανοί κατέλαβαν δημόσια κτίρια και ιδιωτικές οικίες για την εγκατάσταση των διοικητικών, στρατιωτικών, αστυνομικών και υγειονομικών υπηρεσιών τους.  «Εδώ που σήμερα είναι η εκκλησία στη γωνία 16ης Οκτωβρίου – Ζαλόγγου, ο Άγιος Φώτιος, ήταν μια διώροφη κατοικία (άλλες μαρτυρίες κάνουν λόγο για καπναποθήκη) όπου μετατρέπεται σε φυλακή. Η φυλακή αυτή ποτέ δεν ήταν άδεια. Όπως, έγραψα, είχα συνεργασία με ορισμένους στη χωροφυλακή. Όσοι υπηρετούσαν στις φυλακές αυτές ήταν φίλοι και συνεργάτες. Πολλές φορές πήγα και τρόφιμα σε γνωστούς κρατούμενους. Αυτές οι φυλακές τροφοδοτούσαν τους Γερμανούς με κρατούμενους για ομαδικούς τουφεκισμούς. (Από μαρτυρία του πρώην δημάρχου κ. Μενέλαου Τερζόπουλου μαθαίνουμε ότι για την εκτέλεση του Νοέμβρη 1943 πήραν κρατούμενους από αυτή τη φυλακή). Αφού βεβαίως έπαιρναν εντολή από το γραφείο του Λόχερ, που ήταν πενήντα μέτρα πιο πέρα (στην οικία Γιασημακόπουλου και αργότερα οικία Θωμαίδη. Σήμερα στο ίδιο σημείο έχει ανεγερθεί πολυκατοικία  στο ισόγειο της οποίας βρίσκεται το σούπερ μάρκετ «Γαλαξίας»). Δεν έπαιρναν μόνο από τις φυλακές αυτές, αλλά και από τις φυλακές του στρατοπέδου Παύλου Μελά της Θεσσαλονίκης. Δεν έπαιρναν μόνο για αντίποινα αλλά τους έβαζαν στο πρώτο βαγόνι του τρένου, μπροστά από τη μηχανή, ώστε αν χτυπηθεί από νάρκη που ναρκοθετούσαν τις γραμμές, οι αντάρτες να σκοτωθούν οι κρατούμενοι και όχι οι Γερμανοί» (Δαρίβας  χ.χ, 193-194).  Χώροι φυλάκισης φιλοξενούνταν επίσης στο ισόγειο του Γυμνασίου Κατερίνης σύμφωνα με μαρτυρία του Λάζαρου Αμβροσιάδη. Από την «αρχή της Κατοχής το διδακτήριο (του  Γυμνασίου) επιτάχθηκε από τις γερμανικές αρχές και μετατράπηκε σε διοικητήριό τους, τα μαθήματα διακόπηκαν και επαναλήφτηκαν στις αρχές Ιουνίου του 1941 στον ιερό ναό της Αγίας Παρασκευής και της Θείας Ανάληψης ή κάτω από τα δέντρα του δημοτικού πάρκου και για λίγο καιρό σ’ ένα σπιτάκι του ορφανοτροφείου των Ευαγγελικών σύμφωνα με μαρτυρίες μαθητών της εποχής» (Βαρμάζης 2004, 47).

Εγκαταστάσεις Γερμανών:

Ξενοδοχείο «Μητρόπολις» επί της οδού Παναγή Τσαλδάρη  (Γραφεία Γερμανών) (Δαρίβας χ.χ, 193, 218).

Συμβολαιογραφείο Συλλόπουλου επί της οδού Κύπρου  (Γκεστάπο, «πεταλάδες»)  (Δαρίβας χ.χ, 193).

Οικία Γιασημακόπουλου επί της οδού Ζαλόγγου (έδρα μυστικής αστυνομίας και Λόχερ) (Δαρίβας χ.χ, 193).

Η αποθήκη Παπακώστα επί της οδού Λαρίσης (σήμερα Τερζοπούλου) χρησιμοποιήθηκε για το στρατωνισμό των Γερμανών,  όπως και  το καπνομάγαζο του Χατζόγλου (Πληροφορίες Νίκου Σαλπιστή).

Ξενοδοχείο Κομπότη στην αρχή της πόλης (Δαρίβας χ.χ, 178).

Κτίριο των “Γερμανκών” του Σιδ. Σταθμού Κατερίνη;. Πηγή: Συλλογή Νίκου Σαλπιστή

Σιδηροδρομικός Σταθμός (γερμανικές κατοικίες) (Δαρίβας χ.χ, 178) και γερμανικός πύργος κοντά στις σιδηροδρομικές γραμμές για την προστασία του σιδηροδρομικού σταθμού (Πληροφορίες Νίκου Σαλπιστή).

Γυμνάσιο Κατερίνης (Βαρμάζης 2004, 47).

Νοσοκομείο πρόχειρο στην πλατεία στην διώροφη οικία όπου σήμερα η πολυώροφη οικοδομή Λαινόπουλου  (Δαρίβας χ.χ, 219).

Οικία Αναστασιάδη πίσω από το 2ο Δημοτικό Σχολείο (Ιατρείο) (Μαρτυρία Αναστασιάδη Γεώργιου).

Δημοτικός Κήπος (χώρος αποθήκευσης πυρομαχικών) (Μαρτυρία Γιώργου Αναστασιάδη).

Κινηματογράφος «Διονύσια» και αυλή Δημοτικού Καφενείου (προβολές προπαγανδιστικών ταινιών) (Μαρτυρίες Τάκη Παπαδόπουλου και Γιώργου Αναστασιάδη).

Συνοικισμός «Ανδρομάχη» (αεροδρόμιο) (Μαρτυρία Δούκα Αντώνη).

1ο Δημοτικό Σχολείο Κατερίνης (Αστική Σχολή) (Στρατωνισμός Γερμανών και Ιταλών) (Σαλπιστής 2003).

Στην Πιερία η μεγαλύτερη γερμανική στρατιωτική εγκατάσταση υπήρξε στην περιοχή του Κίτρους, τα λεγόμενα “επάκτια” πυροβολεία στο Κίτρους τα οποία κάλυπταν το πλάτος του μισού Θερμαϊκού κόλπου, για να αποκρουστεί ενδεχόμενη απόβαση, με συνολική δύναμη 100 στρατιωτών, με 6 πυροβόλα, με ναρκοπέδιο, με τριπλή σειρά συρματοπλεγμάτων, υπόγεια πολυβολεία κλπ (Πληροφορίες Νίκου Σαλπιστή).

 

1943 Η ομαδική εκτέλεση στον Σιδηροδρομικό Σταθμό. Στις 23 Φεβρουαρίου 1943 «λίγο μετά το μεσημέρι οι Γερμανοί μπλοκάρισαν το καφενείο που ήταν μπροστά στην Δημοτική Αγορά κι έπιασαν καμιά δεκαπενταριά γερούς και χεροδύναμους άντρες και τους οδήγησαν στην κομμαντατούρ. Εκεί τους παρέδωκαν στο χέρι από ένα κασμά και φτυάρι και τους διάταξαν να τραβήξουν στον Σιδ. Σταθμό με ένα διερμηνέα και γερμανούς στρατιώτες […] Εκεί διατάχτηκαν να περιμένουν κάτω από το υπόστεγο της αποβάθρας […] Σε λίγα λεπτά ένα τραίνο κατάφορτο από επιβάτες, έφτασε από την Θεσσαλονίκη […] Ξαφνικά, ένα ανατριχιαστικό κροτάλισμα από πολυβόλα ακούστηκε, πίσω από τις αποθήκες του σταθμού… και συντελέστηκε το πρώτο ομαδικό έγκλημα του αιματοβαμένου ναζισμού στην Κατερίνη…Το αίμα των Κατερινιωτών πάγωσε όταν είδαν, ανάμεσα, στα πτώματα των άγνωστων χωρικών και το πτώμα του Αιμίλιου Ξανθόπουλου, δήμαρχου της Κατερίνης τα χρόνια 1933-37 […] Ύστερα τους διάταξαν ν΄ ανοίξουν δύο μεγάλους λάκκους σε τετράγωνο σχήμα. […] Είχε γραφτεί με αθώο αίμα ο επίλογος του δράματος που είχε αρχίσει στην περιοχή μας στις 19 Φεβρουαρίου» (Κανταρτζής 1982, τ. Η’, 1332-1335). Τι είχε γίνει όμως στις 19 Φεβρουαρίου;

Μία ημέρα νωρίτερα, στις 18 Φεβρουαρίου, πραγματοποιείται επίθεση μιας ανταρτικής ομάδας του ΕΛΑΣ Θεσσαλίας στο μεταλλείο χρωμίου του χωριού Άγιος Δημήτριος με αποτέλεσμα  τη σύλληψη δύο  Γερμανών, ενός επιστάτη και ενός μεταλλωρύχου. Η γερμανική αντίδραση εκδηλώνεται με τη  σύλληψη 32 κατοίκων του Αγίου Δημητρίου από ένα γερμανικό λόχο προερχόμενο από τη Θεσσαλονίκη στις 21 Φεβρουαρίου. Η ανταλλαγή πυρών που προηγείται της εισόδου των Γερμανών στο χωριό δίνει την ευκαιρία στους περισσότερους κατοίκους να διαφύγουν προς τα γύρω ορεινά, με αποτέλεσμα να συλληφθούν ως όμηροι άνθρωποι μεγάλης ηλικίας. Η προθεσμία που δίνεται για την απελευθέρωση των Γερμανών λήγει στις 12:00 το μεσημέρι της 23ης Φεβρουαρίου. Στην επιστροφή των Γερμανών προς την Κατερίνη συλλαμβάνονται άλλοι πέντε όμηροι, κάτοικοι του χωριού Λιβάδι Ελασσόνας που επέστρεφαν στο χωριό τους. Στην Κατερίνη οι Γερμανοί συλλαμβάνουν επίσης τον πρώην δήμαρχο Κατερίνης Αιμίλιο Ξανθόπουλο, ο οποίος εκτελούσε διάφορες διοικητικές εργασίες ως υπάλληλος του διαχειριστή του μεταλλείου Κωνσταντίνου Νταϊφά. Η κατηγορία που του αποδίδεται αφορά τη λαθρεμπορία καυσίμων του μεταλλείου και τη συμμετοχή του στην «κομμουνιστική κίνηση στην Κατερίνη». (Δορδανάς 2007, 135-139)

Το μνημείο των εκτελεσθέντων της 23ης Φεβρουαρίου 1943 στην περιοχή του Σταθμού. (Φωτό Γιάννη Ποικιλίδη 9.12.2021)

Το 1985 ανεγείρεται κοντά στο σημείο της εκτέλεσης μια λιτή, αναθηματικού τύπου τσιμεντένια στήλη, με επένδυση από λευκό μάρμαρο στην μπροστινή του όψη, τοποθετημένη πάνω σε βάθρο αποτελούμενο από τρείς τσιμεντένιες αναβαθμίδες. Η στήλη διαστάσεων 1,95 x 0,88 περιλαμβάνει χαραγμένα σε κάθετη στοίχιση τα ονόματα των 38 εκτελεσθέντων. Κάθε χρόνο πραγματοποιείται στο χώρο του μνημείου επιμνημόσυνη δέηση και ομιλία για την επέτειο της ομαδικής εκτέλεσης.

1943 Η μάχη στα Τάχνιστα (Κάτω Μηλιά). «Στις αρχές Απριλίου 1943 παρατηρείται μεγάλη κίνηση γερμανικών στρατευμάτων από άλλες περιοχές προς την Κατερίνη. Τα τηλεγραφήματα της οργάνωσης «ΖΕΥΣ», που εδρεύει στη Θεσσαλονίκη, μιλούν από τις 5 μέχρι  τις 10-4-1943 για πάνω από 5.000 στρατιώτες. Μία μεγάλης κλίμακας επιχείρηση αρχίζει από τους Γερμανούς για την καταδίωξη των ανταρτών του ΕΛΑΣ. Στις 18-4-1943, στα πλαίσια αυτής της επιχείρησης, γίνεται η μάχη στα Τάχνιστα της Κ. Μηλιάς, μεταξύ του ΕΛΑΣ και των γερμανικών δυνάμεων, ενώ είχε προηγηθεί χτύπημα του ΕΛΑΣ στη Μόρνα (2-1943)» (Σαλπιστής 2003, 29-30). Στην «άγρια» μάχη που διεξήχθη στα γύρω υψώματα οι απώλειες των Γερμανών ήταν «πάνω από 40 νεκροί και πολλοί τραυματίες» και των ανταρτών 18 νεκροί και 21 τραυματίες (ή κατ’ άλλους 27 νεκροί μεταξύ των οποίων και μια γυναίκα η Στέλλα Κοέν) (Πρωτόπαπας 1978, 138-140). Μεταξύ των θυμάτων του ΕΛΑΣ ήταν «ο Θεμιστοκλής Τάταρης γιός εμπόρου καπνομεσίτη και κτηματία, καθώς και ο Τάκος (Παναγιώτης) Παπανικολάου (οι οποίοι) πρώτοι έφυγαν (στο βουνό) και πρώτοι σκοτώθηκαν στη μάχη με τους Γερμανούς στα Τάχνιστα, τον Απρίλιο του 1943» (Δαρίβας χ.χ, 154).   Σε ανάμνηση της μάχης έχει ανεγερθεί μνημείο στη τοποθεσία Τάχνιστα όπου κάθε χρόνο πραγματοποιείται εκδήλωση με κατάθεση στεφάνων προς τιμήν των πεσόντων με πρωτοβουλία του τοπικού παραρτήματος ΠΕΑΕΑ-ΔΣΕ που πρόσκειται στο ΚΚΕ.

Το μνημείο των πεσόντων στη μάχη στα Τάχνιστα στις 18 Απριλίου 1943. Πηγή: https://www.902.gr/eidisi/istoria/65472/pieria-ekdilosi-gia-ti-mahi-sta-tahnista-tin-kyriaki-19-aprili

Άποψη Λιτοχώρου από βόρεια πριν από τον πόλεμο. Πηγή: Συλλογή Δημητρίου Σιονακίδη

1943 Ο βομβαρδισμός και οι πυρπολήσεις του Λιτοχώρου. Στις 16 Απριλίου 1943 ξεκίνησε η εκκαθαριστική επιχείρηση των Γερμανών στην περιοχή του Ολύμπου. «Σ’ αυτή πήραν μέρος όλες οι μονάδες που είχαν στη διάθεσή τους οι γερμανικές αρχές» καθώς «και το άρτι συγκροτούμενο Εθελοντικό Τάγμα του Γεωργίου Πούλου». Στόχος της επιχείρησης ήταν τα χωριά της περιοχής ως πηγές ανεφοδιασμού των ανταρτών.  «Στις 16 Απριλίου,  η επιχείρηση ξεκίνησε με τη συμμετοχή της αεροπορίας και τον από αέρος βομβαρδισμό των στόχων. Επτά μαχητικά βομβάρδισαν το Λιτόχωρο, τη Μονή του Αγίου Διονυσίου και τη Μονή του Αγίου Σπυρίδωνα». Από την επίθεση σκοτώθηκαν δύο άτομα, τρία τραυματίστηκαν, τέσσερις κατοικίες καταστράφηκαν ολοσχερώς και «άλλες τριακόσιες κατέστησαν ετοιμόρροπες». «Στη συνέχεια εισήλθε στο Λιτόχωρο η Ομάδα «Κυνηγών» του Σέντλ…συνέλαβαν εκατό άτομα, εκτέλεσαν τέσσερα και πυρπόλησαν είκοσι επτά κατοικίες» (Δορδανάς 2007, 157-159). «Στις 14 Ιουλίου οι Γερμανοί διενήργησαν έρευνα στο Λιτόχωρο, εντόπισαν σε σπίτι μια ομάδα του ΕΛΑΣ Πιερίων και σκότωσαν δύο «αρχηγούς των συμμοριών» και πυρπόλησαν είκοσι πέντε περίπου κατοικίες» (Δορδανάς 2007, 239).

Λίγο πριν την ανατίναξη της Μονής Αγίου Διονυσίου στις 29 Απρίλίου 1943. Πηγή: Ιερά Μονή Αγίου Διονυσίου του εν Ολύμπω (επιμ.) (2004), 1943-2003. Εξήντα χρόνια μετά την καταστροφή, έκδοση Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Πιερίας, Κατερίνη.

1943 Η ανατίναξη της Μονής Αγίου Διονυσίου. Στις 27 Απριλίου 1943 ήρθε η σειρά της Μονής Αγίου Διονυσίου. «Τότε», κατά τον ιερομόναχο π. Εφραίμ, «τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής, μετά από αρκετές αποτυχημένες απόπειρες βομβαρδισμού δι’ αέρος, έβαλαν δυναμίτες στα θεμέλιά της, μετατρέποντας το ιερό τούτο καθίδρυμα και φροντιστήριο ψυχών σε μελαγχολικά ερείπια…» (Ι.Μ.Α.Δ 2004, 44). Σύμφωνα με τον Ιωάννη Βλαχόπουλο, κάτοικο Λιτοχώρου, η ανόσια αυτή πράξη, τιμωρήθηκε στο χωριό Περιβόλι Γρεβενών όπου προχώρησαν για εκκαθαριστικές επιχειρήσεις οι Γερμανοί, «σε μια μεγάλη μάχη μεταξύ ανταρτών του ΕΛΑΣ και των Γερμανών. Το τάγμα των ανταρτών αποτελούνταν κατά 80% από Λιτοχωρίτες. Στη μάχη αυτή οι Γερμανοί πάθανε πανωλεθρία, σκοτώθηκε ο διοικητής και πολλοί άλλοι και πιάσανε 6 αιχμαλώτους τους οποίους κρατούσανε μέσα στο σχολείο του χωριού». Η δραματική αυτή στιγμή της Κατοχής ολοκληρώθηκε με την εκτέλεση του Ηγούμενου της Μονής και εφημέριου του Ιερού Ναού Αγίου Δημητρίου, αρχιμανδρίτη κ. Τσιτσιρίκου. «Τη νύκτα της 13ης Ιουλίου 1943 οι Γερμανοί τον εκτέλεσαν εντός της οικίας του και εν συνεχεία τον καύσανε»   (Ι.Μ.Α.Δ 2004, 83-85).

 

Οι αποθήκες της ΚΕΠΕΣ. Πηγή: Συλλογή Νίκου Σαλπιστή.

1943 Η σύλληψη των 114.  Τον Μάιο του 1943 οι Γερμανοί προσχωρούν στη σύλληψη 114 κατοίκων της πόλης. Μεταξύ των συλληφθέντων είναι και ο Λεωνίδας Γιασημακόπουλος, προϊστάμενος του Τμήματος Ανταλλαξίμων της Εθνικής Τράπεζας στην Κατερίνη, ο οποίος παρέμεινε έγκλειστος «μέχρι πέρατος του πολέμου», προσφέροντας την πολύτιμη μαρτυρία του μέσα από τις σημειώσεις του ημερολογίου που είχε την πρόνοια να τηρεί σε όλο το διάστημα του εγκλεισμού του: «Πέμπτη 6 Μαΐου 1943 […]. Στις 8:30 π.μ από την πλαγίαν θύραν του κήπου έρχεται απόσπασμα Γερμανών στρατιωτών 35 ανδρών με πολυβόλα και όπλα. Επικεφαλής αυτών ένας υπαξιωματικός και ένας διερμηνεύς […]. Έχουν οδηγόν τον ταχυδρομικόν διερμηνέαν … ο οποίος τρέμων, πελιδνός, προπορεύεται […]. Μόλις ετοιμάσθη και η Ζηνοβία (σύζυγος)..Αμφότερους τότε μας παρέδωκε εις δύο στρατιώτας οι οποίοι μας μεταφέρουν δια των οδών Ζαλόγγου και Μ.Αλεξάνδρου εις το καφενείον Ι.Παρτσαλίδου. Μετά την παραμονήν ολίγης ώρας, μόλις συνεπληρώθημεν 10 κρατούμενοι, απόσπασμα τριών ανδρών μας μετέφερεν εις τον Σιδηρ. Σταθμόν και μας ενέκλεισαν εις την αποθήκην συγκεντρώσεως σιτηρών της ΚΕΠΕΣ. Έως την 1:30 μ.μ συνεκεντρώθηκαν εκεί εν όλω 114 […]». (Καφτατζής 1999, 15 – 16) Σύμφωνα με τον Σάββα Κανταρτζή οι  συλληφθέντες είναι κυρίως «επιστήμονες, διανοούμενοι και έμποροι, ελάχιστοι εργάτες και αγρότες» (Κανταρτζής 1982, τ. Η’, 1359). «Εις τούτους» συμπληρώνει ο Γιασημακόπουλος «προσετέθησαν και τρείς αλήται καταγόμενοι εκ της περιφέρειας Λαρίσης και διαμένοντες κάτωθεν της γέφυρας του Νεκροταφείου της Αγ. Αικατερίνης» (Καφτατζής 1999, 16). Μεταξύ των συλληφθέντων είναι και ο Σάββας Κανταρτζής: «Την τέταρτη μέρα το απόγευμα, μας ειδοποίησαν να ετοιμαστούμε για τη μεταφορά μας σε άλλο μέρος. Μόλις νύχτωσε οι στρατιώτες σήκωσαν τα ρολά […] Σε λίγο όλοι με τις κουβέρτες στο χέρι περάσαμε στα λεωφορεία […]. (Μετά από  ώρες) βρισκόμαστε στο στρατόπεδο Παύλου Μελά. Ήταν ακουστό το όνομα και απαίσια η φήμη της νέας μας κατοικίας. Στη γερμανική κατοχή, από την αρχή, ακόμα ονομάστηκε στρατόπεδο θανάτου […]» (Κανταρτζής 1982, τ. Η’, 1359).

 

“Ο γέρος Παπάζογλου μεθυσμένος έπεσε στον πάγκο ενός μπαλωματή” (ίσως δεκ. ’50). Πηγή: Φωτογραφικό αρχείο Ντίνου Βέργα

1943 Η εκτέλεση στον Τρίλοφο. Ένα από τα πιο δραματικά γεγονότα της κατοχικής περιόδου είναι η εκτέλεση των 13 ή 17 κατοίκων του χωριού Τρίλοφος στις 17 Ιουλίου 1943. Οι Γερμανοί προχωρούν σε συλλήψεις μετά από υπόδειξη του γερμανοντυμένου δοσίλογου Μανιάτη. Ανάμεσα στους συλληφθέντες βρίσκονται και τα τρία αδέλφια Παπάζογλου. Ο επικεφαλής των Γερμανών λοχίας Λόχερ, του παραρτήματος Κατερίνης της Μυστικής Στρατιωτικής Αστυνομίας, διατάζει τα δύο μικρότερα αδέλφια να κρεμάσουν τον μεγαλύτερο αδελφό τους με αντάλλαγμα τη ζωή τους  και όταν αυτοί αρνούνται το κάνει ένας στρατιώτης. Στη συνέχεια και παρά τις ικεσίες του πατέρα Παπάζογλου να σκοτώσει αυτόν αντί για τα παιδιά του, οι συλληφθέντες εκτελούνται. Ο πατέρας Παπάζογλου είχε χάσει ήδη έναν γιό στο μέτωπο της Αλβανίας και μέσα σε μια στιγμή χάνει και τα τρία του παιδιά. Ο μικρότερος ήταν μόλις 17 χρονών  (Χαλκίδης – Τερζόπουλος 2011, 44-55, 230). «Για πολλά χρόνια ο γέρος Παπάζογλου γύριζε μέσα στην πόλη, τον βλέπαμε να περπατά σκυφτός με το βλέμμα στο χώμα με τα τέσσερα πένθη στο στήθος και βλέπαμε τον άνθρωπο, τον πατέρα, που έσερνε στους ώμους του ένα αβάσταχτο βάρος» (Δαρίβας χ.χ, 227). Η εκτέλεση στον Τρίλοφο πυροδοτεί την εκτέλεση του δοσίλογου Μανιάτη από τους  Ζαχαρία και Βάνια μετά από οργανωμένη ενέδρα. Έξι μήνες μετά ο Βάνιας πέφτει σε ενέδρα δοσίλογων οι οποίοι τον συλλαμβάνουν, τον φυλακίζουν στην καπναποθήκη όπου σήμερα το κτίριο του Αγίου Φωτίου, τον βασανίζουν στην έδρα της μυστικής αστυνομίας στην οικία Γιασημακόπουλου επί της οδού Ζαλόγγου και στο τέλος των εκτελούν κάπου στον Εγγλέζικο (Χαλκίδης – Τερζόπουλος 2011, 95-107) .

 

Η καρτέλα της Μαργαρίτας Αναστασιάδου ως κρατούμενης στο ναζιστικό στρατόπεδο του Άουσβιτς. Πηγή: https://collections.arolsen-archives.org/en/document/7513011

1943 Από την Κατερίνη στα στρατόπεδα συγκέντρωσης των Ναζί. Η Μαργαρίτα Αναστασιάδου βρέθηκε μαζί με άλλες γυναίκες στα στρατόπεδα συγκέντρωσης των Ναζί: «3 Αυγούστου 1943, η ώρα 12 μ.μ το βράδυ. Οι Γερμανοί συνέλαβαν εμένα και άλλα κορίτσια και άρχισαν να μας ρωτούν για μερικούς άνδρες. Πολλοί το σκασαν στον Όλυμπο. Με ρώτησαν για το ράδιο… Μας κράτησαν φυλακή 22 μέρες στην Κατερίνη. Στις 25 Αυγούστου μας πήγαν στη Θεσ/νίκη, στη στρατιωτική βάση, στο κρατητήριο του Παύλου Μελά. Ήταν εκεί γυναίκες από όλη την Ελλάδα. Κάθε πρωί παίρναν άνδρες και τους σκότωναν στην αυλή. Μείναμε 8 μήνες εκεί. Στις 1 Απριλίου το 1944, περάσαμε τα σύνορα Γευγελί και σε 2 ημέρες στο Βελιγράδι, 15 κορίτσια ήμασταν, πεινασμένες, κάναμε μπάνιο, μας χτυπούσαν και μας κλείναν σε υγρά υπόγεια. (Από την Κατερίνη ήταν επίσης η Χρυσούλα Στεφανίδου  και από τη Σφενδάμη η Όλγα Βασιλειάδου) Στη φυλακή του Βελιγραδίου στην Πάνιτσα μείναμε 3 μήνες, τρώγαμε κεράσια και κρεμμύδια μόνο. Μας βάλαν στα βαγόνια και ο φύλακας μας ανακοίνωσε ότι φτάσαμε στο Άουσβιτς. Φοβηθήκαμε γιατί ξέραμε το τι κάνανε τους Εβραίους εκεί. Μας ψάξαν αν είχαμε χρυσό, κάναμε όλες μπάνιο και φορέσαμε όλες τον ίδιο σάκο. Ο αριθμός μου ήταν 82221» (Απόσπασμα από το ημερολόγιο της Μαργαρίτας Αναστασιάδου).                 

 

Ο Θεόφιλος Καμπουρίδης, χωροφύλακας πριν από τον πόλεμο και μέλος του ΕΑΜ σύμφωνα με τον Νίκο Σαλπιστή. Ήταν ανάμεσα στα θύματα της εκτέλεσης της 15ης Νοεμβρίου 1943. Πηγή: https://olympiobima.gr/νοεμβρησ-του-1943-η-αγωνιζόμενη-κατερίνη/

1943 Η ομαδική εκτέλεση στο «αεροδρόμιο». Στις 15 Νοεμβρίου 1943 εκτελούνται 20 ή 22 Κατερινιώτες στο χώρο του «αεροδρομίου» «ως αντίποινα για τον τραυματισμό δύο Γερμανών στρατιωτών» και άλλοι πέντε λίγο αργότερα «ως αντίποινα της εκτέλεσης του δοσίλογου και μαυραγορίτη Μανιάτη στον Κορινό»  (Σαλπιστής 2003, 55). Το «αεροδρόμιο»  βρισκόταν εκεί που σήμερα βλέπουμε τις εναπομείνασες στρατιωτικές εγκαταστάσεις και τα αθλητικά γήπεδα στην είσοδο του συνοικισμού Ανδρομάχης. «Το πρωινό εκείνο του Νοέμβρη 1943 ήταν μαύρο για όλους τους κατοίκους της Κατερίνης. «Έγιναν πολλές συλλήψεις σ’ όλη την πόλη», είπε κάποιος που πέρασε από το δρόμο. Πρωί πρωί, στο σπίτι του Σταύρου Α.,  απέναντι από του Παρλίτση έφτασαν δυο στενοί του φίλοι για να μάθουν τις ακριβώς συνέβη. «Καλημέρα, Σταύρο. Ακούσαμε τα γεγονότα και τρέξαμε να μάθουμε τα δυσάρεστα από αξιόπιστο πρόσωπο». «Δεν μπορώ να συνέλθω» είπε ο Σταύρος που ήταν εκεί με τη γυναίκα του. «Άκουσα θόρυβο από μοτοσυκλέτες και κοίταξα από το παντζούρι στο δρόμο. Εκείνη τη στιγμή οι γερμανοί έσπρωχναν τον Παρλίτση να ανεβεί στην κλούβα. Αυτοί οι ίδιοι ανεβήκαν στις μοτοσυσκλέτες και προχώρησαν προς τα πάνω στον ίσιο δρόμο. Το καμιόνι σταμάτησε μπροστά στο σπίτι του Τσιατούρα. Πρώτος προχώρησε για να μπει στο σπίτι ο κουκουλοφόρος με τον Π., το διερμηνέα, και ακολούθησαν οι Γερμανοί. Περιμέναμε να δούμε ποιον θα έπαιρναν από το σπίτι και τον είδαμε που τον ανέβαζαν στην κλούβα. Ήταν ο Γιώργος Τσιατούρας, ο ράφτης» (Τεγούλια – Τσιλιμίγκρα, 1999, 61). Οι συλλήψεις συνεχίστηκαν και οι άνθρωποι φυλακίστηκαν στην καπναποθήκη που βρισκόταν στη γωνία Ζαλόγγου και 16ης Οκτωβρίου εκεί που βρίσκεται σήμερα ο Άγιος Φώτιος. Λίγες ημέρες αργότερα στις 15 Νοεμβρίου οι συλληφθέντες εκτελέστηκαν. Στο χώρο της εκτέλεσης δεν έχει ανεγερθεί μέχρι σήμερα κάποιο μνημείο. Από τον εκλιπόντα γιατρό και δήμαρχο Μενέλαο Τερζόπουλο, ο οποίος υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας της εκτέλεσης, μάθαμε οτι το σημείο της εκτέλεσης ήταν εντός του στρατοπέδου σε μικρή απόσταση από το δρόμο και προς την πλευρά του Πέλεκα.

1943 Η Κατερίνη ήταν σφαγείο. «Το 1943 η Κατερίνη ήταν σφαγείο με Χριστόδουλο, Μ, Α, Β κλπ. […] Ξαφνικά  εμφανίζεται στην πόλη μας ένας ονόματι Χριστόδουλος αρματωμένος από την κορυφή ως τα νύχια και να περιφέρεται στους δρόμους και να τρομοκρατεί από άκρο σε άκρο τους φιλήσυχους μέχρι τότε συμπολίτες μας. Σε λίγο χρόνο ο Χριστόδουλος έγινε αρχιγκεσταπίτης, έγινε ο χασάπης της Κατερίνης, έσφαζε, βίαζε γυναίκες, τρομοκρατούσε Χριστόδουλος δημιουργεί μια ομάδα σφαγέων: Χ., Μ., Β., Α., Φ. και άλλοι. Αρχηγός που ανέχεται αυτή την τραγική κατάσταση είναι ο Χ.Α που έχουν ειδικά γραφεία όπου μπαινοβγαίνουν διάφοροι γνωστοί και ξένοι. […]  «Αρχίζει λοιπόν να φουντώνει το αντάρτικο. Αρχίζουν όμως και οι ασχήμιες, φόνοι, δολοφονίες, απαγωγές. Βγαίνουν στη φόρα παλιά μίση. Χάνονται άνθρωποι αθώοι, άνθρωποι νοικοκυραίοι, καλοί οικογενειάρχες, άνθρωποι τίμιοι που χαίρουν εκτιμήσεως στην πόλη μας. […] (Οι αντάρτες) απαγάγουν και δολοφονούν τον Γεώργιο Φαρδέλα άριστο μέλος της Κατερίνης, το ίδιο κάνουν και στον Διαμαντίδη καταστηματάρχη του καταστήματος «Το Λουλούδι», συνεχίζουν με τον καθηγητή της γυμναστικής κ. Μαμέλη. Επίσης απαγάγουν τον δικηγόρο Στέφανο Βαρδάκα, τον γιατρό Καλαμπούκα και τον κτηματία Τσακνάκη Γρηγόριο από την Καρίτσα» (Δαρίβας χ.χ, 159, 180, 181-182).

Σκαρίφημα των κινήσεων των γερμανικών τμημάτων και των ελιγμών στις οποίες προχώρησαν οι ανταρτικές ομάδες κατά τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις της 18ης Δεκεμβρίου 1943. Πηγή:Πρωτόπαπας – Κικίτσας Σαράντης (1978), Η Χη Μεραρχία του Ε.Λ.Α.Σ…

1943 Οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στα Πιερία και στον Βόρειο Όλυμπο. Στις 18 Δεκεμβρίου 1943 ξεκίνησε η επιχείρηση «Seepferd=Ιππόκαμπος» εναντίον των ανταρτών. Στην επιχείρηση, επικεφαλής της οποίας ήταν ο Συνταγματάρχης Σύμερς, συμμετείχαν τρία τμήματα, «τα οποία ανέλαβαν να φέρουν εις πέρας συγκεκριμένες αποστολές, ορμώμενα από τρείς διαφορετικές κατευθύνσεις εναντίον των βασικών στόχων. Το πρώτο τμήμα με επικεφαλής τον Συνταγματάρχη Γκούκς «κινήθηκε προς τα δυτικά, έχοντας ως αφετηρία τη γραμμή Κατερίνη, Κίτρος –Μακρύγιαλος – Αιγίνιο. Οι μονάδες του τάγματος αυτού, περνώντας από χωριά που βρέθηκαν στην πορεία τους, επιδόθηκαν σε λεηλασίες, πυρπολήσεις κατοικιών και εκτελέσεις κατοίκων» (Δορδανάς 2007, 308,309).   Το δεύτερο τμήμα της επιχείρησης που αποτελούνταν από «το 1ο και 2ο Τάγμα του 7ου Συντάγματος SS, ανέλαβαν τη διάνοιξη του δρόμου Κατερίνης – Ελασσόνας. Στη Μόρνα «πυρπόλησαν σπίτια και σκότωσαν με ειδεχθή τρόπο οκτώ κατοίκους… μεταξύ των οποίων τον ιερέα του χωριού Χρίστο Τσολάκη» (Δορδανάς 2007, 310, 312). Στη συνέχεια τα δύο τμήματα κινήθηκαν το 1ο προς Ρυάκια και το 2ο προς Ελατοχώρι. «Προτού πάρουν το δρόμο για το Ελατοχώρι, (κατέλαβαν το Μοσχοπόταμο και) παρέδωσαν στις φλόγες το δημοτικό σχολείο και μερικά σπίτια του χωριού». Μετά από τα Ρυάκια το 1ο κινήθηκε προς Ελαφίνα την οποία κατέλαβαν εκδιώκοντας τον ΕΛΑΣ και απελευθερώνοντας τους ομήρους του χωριού Κούκος ενώ το 2ο τμήμα στο Ελατοχώρι έκαψαν το δημοτικό σχολείο και μερικά σπίτια. Το τρίτο τμήμα, η «Ομάδα Μάχης του Εμπερλάϊν», «κινήθηκε από τη δυτική πλευρά των Πιερίων» με στόχο να κυκλώσουν και να εμποδίσουν «τη διαφυγή των τμημάτων του ΕΛΑΣ». Η εκκαθαριστική επιχείρηση «Seepferd» ολοκληρώθηκε στις 22 Δεκεμβρίου 1943 με την πυρπόληση του Καταφυγίου (Δορδανάς 2007, 313, 314, 317).

  

1943-44 Οι πυρπολήσεις του Μοσχοποτάμου. Στις 18 Δεκεμβρίου 1943, όπως ήδη αναφέρθηκε, μεγάλες δυνάμεις Γερμανών και Ελλήνων συνεργατών τους προωθούνται προς τα Πιερία στο πλαίσιο εκκαθαριστικών επιχειρήσεων ενάντια στις θέσεις των ανταρτών. Όταν φθάνουν στο Μοσχοπόταμο βρίσκουν το χωριό έρημο από τους κατοίκους τους που είχαν προλάβει να διαφύγουν. Ακολουθεί η «επιλεκτική πυρπόληση» εκείνων των «συγχωριανών μας που είχαν γίνει αντάρτες», αφηγείται ο Νίκος Βαρμάζης.  Αυτή όμως η διάκριση «στάθηκε η αρχή της ολοκληρωτικής καταστροφής του χωριού. Γιατί από την ημέρα αυτή άρχισε στον Μοσχοπόταμο ο Εμφύλιος Πόλεμος, γέννησε μίση ανάμεσα σε οικογένειες, ακόμη και ανάμεσα σε αδέλφια» (Βαρμάζης 2024, 61-62, Κρήτος 1987, 179, 183).

«Λίγες μέρες αργότερα μετά τους Γερμανούς, στις 27-12-1943, την τρίτη ημέρα των Χριστουγέννων, στη γιορτή του Αγίου Στεφάνου, πρωί πρωί τα άγρια χαράματα χτύπησαν το χωριό οι αντάρτες. Ήρθαν προφανώς, για να πάρουν εκδίκηση για τα καμένα σπίτια τους και για να κάψουν τα σπίτια εκείνων που αρνήθηκαν να πάρουν τα όπλα και να συνταχθούν μαζί τους» (Βαρμάζης 2024, 63). Σύμφωνα με τον Γεώργιο Κρήτο ή Θαλή, κάποιοι «δοκίμασαν να αντισταθούν» και στη συνέχεια όντας κυκλωμένοι προσπάθησαν να διαφύγουν. «Εφτά δεν τα κατάφεραν να φύγουν. Πιάστηκαν κι αμέσως εκτελέστηκαν. Ο νόμος της επανάστασης σκληρός και αδυσώπητος, άρχισε να εφαρμόζεται. Σε λίγο και τα σπίτια όσων πήραν όπλα, παραδόθηκαν στις φλόγες. Τι θλιβερό! Χθες οι Γερμανοί, σήμερα εμείς. Όμως δεν μπορούσε να γίνει αλλιώς. Επιβάλλονταν ένα χτύπημα δυνατό και παραδειγματικό» (Κρήτος 1987, 212-213).

Η πληροφορία για τον εξοπλισμό και την οχύρωση του Μοσχοποτάμου από 50 έως  60 οπλίτες και η ενίσχυσή τους με 30 Γερμανούς, κινητοποίησαν μια νέα επίθεση των ανταρτών. Στις 5 Μαρτίου 1944, σύμφωνα με τον Γεώργιο Κρήτο ή Θαλή,  «όλο το χωριό παραδόθηκε στις φλόγες από ειδικά συνεργεία, που συγκροτήθηκαν αμέσως» (Κρήτος 1987, 264-265). «Τετρακόσια σπίτια έγιναν στάχτη και πολλοί άνθρωποι χάθηκαν. Μετά τις 5 Μαρτίου του 1944 από το παλαιό χωριό Μοσχοπόταμος δεν υπήρχε τίποτε». Στη θέση του είχαν μείνει μόνο ερείπια και ερήμωση.  Πριν τη πυρπόληση οι αντάρτες «συγκέντρωσαν στο σταθμό χωροφυλακής ή στη φυλακή, όπως λεγόταν, όλους όσους βρήκαν». Τελικά εκτός από έναν που αντιστάθηκε σκότωσαν και άλλους «τέσσερις χωριανούς…στις γαλαρίες της Λεφτοκαρυάς» (Βαρμάζης 2024, 63, 68).  Μετά την καταστροφή του χωριού είχαν εγκατασταθεί στην περιοχή του αλβανικού Τεκέ σε πρόχειρα καταλύματα «οι πολεμοπαθείς κάτοικοι του Μοσχοποτάμου» (Καζταρίδης 2011, 175).

 

Ο συνοικισμός Καταφυγιωτών στα μέσα της δεκατίας του ’50. Πηγή: Φωτογραφικό αρχείο Σάββα Τσιλιγγιρίδη.

1943 Η καταστροφή του Καταφυγίου. Στις 22 Δεκεμβρίου 1943, στο πλαίσιο της εκκαθαριστικής επιχείρησης «Seepferd»,  οι Γερμανοί μπαίνουν για δεύτερη φορά στο Καταφύγιο μετά την αποτυχημένη επίθεσή τους της 18ης Δεκεμβρίου, «καταστρέφοντάς το ολοσχερώς». «Υπολογίζεται ότι καταστράφηκαν περίπου τετρακόσιες πενήντα (450) κατοικίες, τρείς (3) εκκλησίες, ένα (1) σχολείο και το κτίριο του παρθεναγωγείου-ταπητουργείου. Της πυρπόλησης επακολούθησε η σύλληψη όλων ανεξαιρέτως των κατοίκων, που στο μεταξύ είχαν αρχίσει να επιστρέφουν τμηματικά στο χωριό. Μετά από σύντομη κράτησή τους μεταφέρθηκαν στο Βελβεντό και από εκεί διασκορπίστηκαν στα χωριά ανατολικά της Κοζάνης. Γνωστά ως Μπουτσάκια» (Δορδανάς 2007, 317-319).  «Στα 1946 πραγματοποιήθηκε ο πρώτος επαναπατρισμός αρκετών οικογενειών στο κατεστραμμένο Καταφύγι. Ακολούθησε άλλη μία, Δεν καρποφόρησε καμία». Τελικά ανάμεσα σε άλλες προτάσεις μετεγκατάστασης προκρίθηκε αυτή της Κατερίνης όπου ήδη από τον «Οκτώβριο του 1945 είχαν εγκατασταθεί 388 οικογένειες πυροπαθών Καταφυγιωτών, και ακολούθως οριστικοποιήθηκε η πρόταση για μόνιμη εγκατάσταση στον αλβανικό Τεκέ…Έτσι στα τέλη του 1948 είχαν ανεγερθεί οι πρώτες 40 κατοικίες» για τη στέγασή τους (Καζταρίδης 2011, 172-175).

 

Μνημείο “Κατοίκων Ελατοχωρίου φονευθέντων ομαδικώς υπό των Γερμανών την 27 Ιανουαρίου 1944”. Πηγή: https://www.digitalglyptotheque.gr/greece_exhibits/μνημείο-πεσόντων-ηρώωνελατοχώρι/

1944 Η θανάτωση των γυναικόπαιδων του Ελατοχωρίου. Στις 27 Ιανουαρίου 1944, «τρείς λόγοι του γερμανικού στρατού από την Κατερίνη», καταλαμβάνουν για μια ακόμη φορά το Ελατοχώρι καθώς θεωρείται «βάση των ανταρτών». Αφού καίνε 90 σπίτια και 25 καλύβες, «το απόγευμα της 27ης Ιανουαρίου» διατάζουν τα γυναικόπαιδα και έναν μικρό αριθμό αντρών να κατευθυνθούν με τα πόδια προς τη Ρητίνη. «Φτάνοντας στη θέση Παλιοπαναγιά» δέχθηκαν πυρά όλμων από ένα στοιχείο βαρέων όπλων που είχε εγκατασταθεί στο διπλανό αντέρεισμα, στη θέση «Τζιαρνόχοβα». Από τις εκρήξεις των όλ,μων και κυρίως από τα θραύσματα από τις πέτρες που εκτινάχθηκαν…σκοτώθηκαν τριάντα ένα άτομα, εκ των οποίων οι τέσσερις ήταν άντρες, οι δεκαπέντε γυναίκες και δέκα παιδιά…» (Δορδανάς 2007, 324-325).

 

 

 

 

Η ορχήστρα Πουρμπουρίδη κατά τη διάρκεια της συναυλίας που δόθηκε στο κινηματοθέατρο “Διονύσια” το 1944. Πηγή: Αρχείο Δέσποινας Δενεσίδου – Γαζή

1944 Δύο συναυλίες κλασικής μουσικής. Στις 26 Μαρτίου και στις 4 Ιουνίου 1944 δόθηκαν δύο συναυλίες κλασικής μουσικής στο κτίριο του κινηματοθέατρου «Διονύσια». Τις συναυλίες διοργανώνει ο σύλλογος «Μέγας Αλέξανδρος» και την μουσική διεύθυνση της ορχήστρας έχει ο μαέστρος Γεώργιος Πουμπουρίδης ο οποίος καταρτίζει και το πρόγραμμα. Μεταξύ των συμμετεχόντων μουσικών είναι και η δεκατετράχρονη τότε Δέσποινα Δενεσίδου στο πιάνο, από την οποία μαθαίνουμε για το σκοπό αλλά και το χρονικό των μουσικών αυτών εκδηλώσεων μέσα στην Κατοχή. Οι συναυλίες αυτές που γίνονται μπροστά στους Γερμανούς σκοπό είχαν την οικονομική ενίσχυση της ΕΠΟΝ. Ο μαέστρος και δεξιοτέχνης της βιόλας Γεώργιος Πουμπουρίδης γεννήθηκε στο Σοχούμι της Γεωργίας το 1921. Στη διάρκεια της Κατοχής ζούσε στην Κατερίνη, όπου είχε συγγενείς και δίδασκε βιολί αλλά και πιάνο. Ο 23χρονος Πουμπουρίδης που είναι οργανωμένος στην ΕΠΟΝ προτείνει στους μαθητές του και σε κάποιους άλλους τη διοργάνωση μιας συναυλίας. «Και τότε ήταν Κατοχή δεν υπήρχαν χρήματα και με σιτάρι τον εξόφλησε ο μπαμπάς μου. Και ξεκινήσαμε και απεδείχθη ότι ήταν πάρα πολύ καλός δάσκαλος. Με ανέβασε πάρα πολύ. Ε, ύστερα από αρκετό χρονικό διάστημα είπε «θα κάνουμε και μία συναυλία». Ρώτησε τον πατέρα μου αν ήταν διατεθειμένος να παραχωρήσει το σπίτι του, γιατί εμείς είχαμε και μεγάλο σπίτι και είχαμε και σαλόνια μέσα και αυτά […]. Εκείνα τα χρόνια δεν υπήρχαν αυτά τα πράγματα. Ο μπαμπάς μου επειδή ήταν φιλόμουσος, έπαιζε και αυτός το ούτι, έπαιζε βιολί, ήταν και τραγουδιστής ο μπαμπάς μου. Λοιπόν, τούρκικα ε, όχι ελληνικά. Ε, και ξεκινήσαμε μετά σιγά-σιγά τις πρόβες και αφού ήμασταν έτοιμοι… δεν θα ξεχάσω, ήταν οι Γερμανοί, που και που φωνάζαμε και έναν Γερμανό και μας έκανε τον μαέστρο. Ένας ψηλός, ωραίος Γερμανός, τον θυμάμαι. Μας έκανε και αυτός τον μαέστρο, δηλαδή έτσι για χόμπι όχι τίποτε άλλο… σαν εμπειρία ας πούμε τον φώναζε. Ε, όταν ετοιμαστήκαμε δώσαμε τη συναυλία. Και κατ’ αυτόν τον τρόπο έγινε και η δεύτερη συναυλία. Είδαμε που είχε μεγάλη επιτυχία, πολύ μεγάλη επιτυχία. Όλες οι αρχές, οι Γερμανοί,  οι πάντες, τους είχαμε καλέσει όλους, η Kreis Kommandantur… ξέρεις όλους αυτούς και τη γκεστάπο.  Έγινε και η δεύτερη συναυλία μετά. Τον Ιούνιο του 44» (Δενεσίδου 2018).

Φωτογραφική αναπαράσταση του βομβαρδισμού του σιδηροδρομικού σταθμού από βρετανικά μαχητικά την 1η Σεπτεμβρίου 1944. Πηγή:https://olympiobima.gr/mia-mayri-mera-gia-ti-synoikia-toy-stathmoy-katerinis-1-9-1944/

1944 Παράπλευρες απώλειες και αδικαιολόγητες εκτελέσεις. «Μέσα στο δεύτερο εξάμηνο του 1944 βομβαρδίζεται και η σιδηροδρομική γραμμή της περιοχής Κατερίνης από βρετανικά αεροπλάνα αρκετές φορές, σε μία από τις οποίες (1-9-1944) σκοτώνονται δώδεκα κάτοικοι της συνοικίας Σ. Σταθμού, την ώρα που οι περισσότεροι αρμάθιαζαν καπνά» (Σαλπιστής 2001, 49).  Από την άλλη «τον Οκτώβριο του 1944 στον Αρωνά εγκαταστάθηκε δικαστικό τμήμα του ΕΛΑΣ για την διερεύνηση της δραστηριότητας της ΕΑΟ αλλά και άλλων κατηγοριών που βάρυναν κατοίκους της Κατερίνης και της περιφέρειάς της. Κύριος μάρτυρας κατηγορίας ήταν ο διερμηνέας της GFP Παναγιώτης Π. ή Καραπιπέρ. Ο Καραπιπέρ έδωσε λεπτομερή κατάθεση για την διάρθρωση της ΕΑΟ και τη δράση της όπως και για την σχέση των μελών της με την GFP. Δεν είναι γνωστό εάν η κατάθεσή του έπαιξε ρόλο στις εκτελέσεις υπόπτων που κρατούνταν σε μια αποθήκη. Ανάμεσά τους βρίσκονταν και άτομα τα οποία δεν συμπεριλαμβάνονταν στην κατάθεση του διερμηνέα, οπότε μπορούμε να συμπεράνουμε ότι λήφθηκαν και άλλες καταθέσεις που δεν έγιναν γνωστές ή η ετυμηγορία βασίστηκε σε προφορικές καταγγελίες. Σύμφωνα με το Ληξιαρχείο Κατερίνης, είκοσι πέντε άτομα εκτελέστηκαν τον Οκτώβριο στον Αρωνά»  (Βενιανάκης 2022, 113).

Η παρέλαση της απελευθέρωσης της 29ης Οκτωβρίου 1944. Πηγή: Πρωτόπαπας – Κικίτσας Σαράντης (1978), Η Χη Μεραρχία του Ε.Λ.Α.Σ…

1944 Οι Γερμανοί αποχωρούν και οι αντάρτες μπαίνουν στην πόλη. «Την άλλη μέρα (26-10-1944), γύρω στις 12 το μεσημέρι, οι Γερμανοί συμπτύσσονται στον σιδηροδρομικό σταθμό και αρχίζουν να φεύγουν. Δύο ώρες πριν, τμήματα του ΕΛΑΣ και της Εθνικής Πολιτοφυλακής μπαίνουν στους συνοικισμούς. Στις 2 μ.μ ο ΕΛΑΣ με τον εφεδρικό μπαίνει στο κέντρο της πόλης. Παρά τη βροχή ο λαός ξεχύνεται στους δρόμους και υποδέχεται με ενθουσιασμό τους ελευθερωτές […] Στις 29-10-1944 γίνεται η επίσημη γιορτή της απελευθέρωσης. Το επιτελείο της 10ης Μεραρχίας του ΕΛΑΣ (διοικητής Παλαιολόγου) περνά κάτω από μια ξύλινη τρίδυμη αψίδα, που είναι στολισμένη με τις συμμαχικές σημαίες και έχει την επιγραφή «Η ΚΑΤΕΡΙΝΗ ΣΤΟΥΣ ΕΛΕΥΘΕΡΩΤΕΣ». Το επιτελείο κατευθύνεται στην εκκλησία της Θείας Ανάληψης, όπου γίνεται δοξολογία. Ακολουθούν στην πλατεία οι ομιλίες του καπετάνιου του 50ου συντάγματος «Νικήτα», του Μ. Τσιτσιρίδη, γραμματέα της Ε.Ε Κατερίνης του Ε.Α.Μ, του Γιάννη Αδάμου, εκπροσώπου της Ε.Π.Ο.Ν, του Π. Τσιλιμίγκρα, διοικητή της Εθνικής Πολιτοφυλακής υποδιοίκησης Κατερίνης και άλλων» (Σαλπιστής 2003, 96-97).

Στιγμιότυπο από τη γιορτή της απελευθέρωσγς της 29ης Οκτωβρίου 1944. Η αφίσα που κρέμμεται από το μπαλκόνι, από όπου εκφωνήθηκαν ομιλίες, φιλοτεχνήθηκε από τον Σάββα Τσιλιγγιρίδη. Πηγή: Συλλογή Νίκου Σαλπιστή.

Μέλη της ΕΠΟΝ καθαρίζουν το σιδηροδρομικό σταθμό Κατερίνης τον Νοέμβριο του 1944. Πηγή: Συλλογή Νίκου Σαλπιστή.

1944 Η περίοδος της Λαοκρατίας ή Εαμοκρατίας. «Το ιδεώδες μας είναι να πραγματοιήσωμεν συγχρόνως και την οικονομικήν ευημερίαν και την κοινωνικήν δικαιοσύνην. Πιστεύομεν εις την Λαοκρατίαν. Με αυτά τα λόγια ο Γεώργιος Παπανδρέου απευθύνθηκε στο λαό της Αθήνας που είχε συγκεντρωθεί στην πλατεία Συντάγματος στις 18 Οκτωβρίου 1944, για να γιορτάσει την απελευθέρωση και την άφιξη της εξόριστης κυβέρνησης στην πρωτεύουσα. Ο λόγος του απηχούσε τις αλλαγές της ελληνικής κοινωνίας στη διάρκεια της Κατοχής». Όμως «η επιστροφή της εξόριστης κυβέρνησης στην πρωτεύουσα δεν σήμαινε και την αποκατάσταση της εξουσίας της. Το κενό εξουσίας που δημιούργησε η αποχώρηση των κατοχικών δυνάμεων έσπευσε να το καλύψει το ΕΑΜ» (Βόγλης 2021, 67, 74). Ήδη από τν Άνοιξη του 1944, στις ελεγχόμενες από τον ΕΛΑΣ περιοχές της χώρας, είχε εγκαθιδρυθεί μια μορφή κρατικής συγκρότησης η οποία διοικούνταν από την Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ). Αυτή είχε, σύμφωνα με τον Αντώνη Λιάκο, «μορφή λαϊκού μετώπου και αποτελούνταν από κομμουνιστές, σοσιαλιστές, αγροτιστές και αριστερούς φιλελεύθερους» και «ενσάρκωνε τους θεσμούς της Λαοκρατίας, στην οποία έδινε τα χαρακτηριστικά μιας διαταξικής συμμαχίας και έκφρασης της εθνικής ενότητας. […] Η ιδιότυπη αυτή κρατική οντότητα λειτούργησε στις περισσότερες περιοχές της χώρας και κατά τη διάρκεια της απελευθέρωσης ως το τέλος του χειμώνα και τις αρχές της άνοιξης του 1945, όταν μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας επανεγκαθιδρύθηκε το κράτος των Αθηνών. Ήταν μια μορφή επαναστατικής διακυβέρνησης, που σε πολλές περιοχές υπερέβη τον ένα χρόνο. Το καθεστώς της Λαοκρατίας είχε εμπλέξει ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας στις λειτουργίες του, είχε με λίγα λόγια δημιουργήσει τον λαό του ΕΑΜ» (Λιάκος 2024, 260-264).

Τα μέλη της καλλιτεχνικής επιτροπής της ΕΠΟΝ. Καθισμένος στην άκρη δεξιά ο Σάββας Τσιλιγγιρίδης και όρθιος τελευταίος δεξιά ο Μίλτος Ευαγγελάκης. Πηγή: Συλλογή Νίκου Σαλπιστή.

Στην Κατερίνη, η περίοδος της Λαοκρατίας ή Εαμοκρατίας, σύμφωνα με τον Νίκο Σαλπιστή, διαρκεί από τις 11 Νοεμβρίου 1944 μέχρι τις 7 Μαρτίου 1945. Σε αυτό το διάστημα γίνονται προσπάθειες ανασυγκρότησης και ελέγχου των δημόσιων δομών και αντιμετώπισης της δραματικής οικονομικής κατάστασης στην οποία είχε περιέλθει ο δήμος Κατερίνης. Η ΠΕΕΑ ελέγχει το δημοτικό συμβούλιο και την διοίκηση του νοσοκομείου, εγκαθιστά λαϊκό δικαστήριο, ιδρύει το σπίτι του αγρότη και τη λέσχη του εργάτη, ορίζει στεγαστική επιτροπή, καθιερώνει τη χρήση της δημοτικής στις αποφάσεις του δημοτικού συμβουλίου και εγκαινιάζει τη συμμετοχή γυναικών σε αυτό. Επιβάλει «σχετική φορολογία» σε αστούς και κτηματίες, καθιερώνει υποχρεωτική εργασία για τον καθαρισμό της πόλης (εξαιρούνται οι θρησκευτικοί λειτουργοί όλων των δογμάτων) και αποφασίζει τη «δημοσιοποίηση» του εργοστασίου ηλεκτροφωτισμού όπως ήταν πριν τις 22.3.1940. Η ΕΠΟΝ συγκροτεί καλλιτεχνική επιτροπή, οργανώνει θεατρικές, μουσικές και αθλητικές ομάδες, χορωδίες, ομάδα ακροβατών καθώς και ομάδες καθαριότητας που αναλαμβάνουν τον καθαρισμό δημόσιων χώρων (Σαλπιστής 2003, 102-118).

Η περίοδος της Λαοκρατίας έχει και την άλλη όψη της. Ο Νίκος Βαρμάζης αναφέρει την εμπειρία του πατέρα του στον καμένο και εαμοκρατούμενο Μοσχοπόταμο τον Σεπτέμβρη του 1944: «Οι αντάρτες δεν είχαν ενοχλήσει τον πατέρα μου. Τον είχαν βέβαια στείλει σε διάφορες αγγαρείες, να κάνει ετούτο ή το άλλο, για να τον δοκιμάσουν ίσως πόσο υπάκουες στις εντολέςτους, αλλά δεν είχε κανένα λόγο να ανησυχεί ιδιαιτέρως. Ένα απόγευμα όμως τον φώναξαν με τηλεβόα από την Πετρουλιά να κατέβει από τις Γούρνες στο χωριό. Το χωριό το διοικούσε τότε λαϊκή επιτροπή από μέλη του τοπικού ΚΚΕ. Η επιτροπή αυτή έκρινε ένοχο τον πατέρα μου. Τον έστειλαν φυλακή πρώτα στις αποθήκες του Παπακώστα στην Κατερίνη και απ’ εκεί στο σανατόριο της Μονής Πέτρας Ολύμπου. Εκεί έμεινε ως τον Δεκέμβρη. Λίγο μετά τα Δεκεμβριανά τον αποφυλάκισαν…» (Βαρμάζης 2024, 80). Την ίδια εμπειρία της φυλακής αφηγείται ο Ιωάννης Καστανάρας: «Μετά την αποχώρηση των Γερμανών και την παρέλαση των ανταρτών στην Κατερίνη, σε λίγες ημέρες, ήλθαν στο σπίτι και με πήραν. Με οδήγησαν στις αποθήκες του Παπακώστα όπου με φυλάκισαν. Εκεί ήταν πολλοί άλλοι κρατούμενοι καμιά ογδονταριά… Μας κράτησαν υπό περιορισμό εκεί κάνα δυο εβδομάδες και μετά μας μετέφεραν στο Μοναστήρι της Πέτρας, όπου ήταν το Σανατόριο. Εκεί μείναμε περίπου τέσσερις μήνες, μέχρι μετά την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας, που έγινε στις 12 Φεβρουαρίου 1945» (Ζαρκανέλας 2022, 121).

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Βαρμάζης Νίκος (2004), Το Γυμνάσιο Κατερίνης (1915-1955). Συμβολή στην τοπική ιστορία μιας μακεδονικής πόλης, εκδόσεις «μάτι», Κατερίνη.

Βαρμάζης Νίκος (2018), Πρόσωπα και θέματα της Κατερίνης και της Πιερίας από τα μέσα του 18ου ως τα μέσα του 20ου αιώνα, εκδόσεις Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη.

Βαρμάζης Νίκος (2024), Δύσκολα χρόνια στην Πιερία. Τοπική ιστορία και βιώματα από τις δεκαετίες του 1940 και του 1950 στον Μοσχοπόταμο και στην Κατερίνη, εκδόσεις Γράφημα, Θεσσαλονίκη.

Βαρών – Βασάρ Οντέτ (2009), Η ενηλικίωση μιας γενιάς. Νέοι και νέες στην Κατοχή και στην Αντίσταση, έκδοση βιβλιοπωλείου της Εστίας, Αθήνα.

Βενιανάκης Ανδρέας (2022), Ο κατοχικός εμφύλιος στην Μακεδονία (1942-1944) κσι οι τρείς .Παπαδόπουλοι, εκδόσεις Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη.

Βόγλης Πολυμέρης (2021), Η αδύνατη επανάσταση. Η κοινωνική δυναμική του εμφυλίου πολέμου, εκδόσεις Αλεξάνδρεια, Αθήνα.

Δαρίβας Πασχάλης (χ.χ), Εικόνες Ζωής. Από το προσωπικό ημερολόγιο του Πασχάλη Δαρίβα, Μαρτυρίες, χωρίς τόπο έκδοσης.

Δορδανάς Στράτος (2007), Το αίμα των αθώων, βιβλιοπωλείον της «ΕΣΤΙΑΣ», Αθήνα.

Δορδανάς Στράτος (2007), «Αντικομμουνιστές οπλαρχηγοί στη γερμανοκρατούμενη Κεντρική Μακεδονία» στο Μαρατζίδης Νίκος (επιμ.), Οι άλλοι Καπετάνιοι. Αντικομμουνιστές ένοπλοι στα χρόνια της Κατοχής και του Εμφυλίου, βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα.

Ζαρκανέλας Ι. Αντώνης (2022), Η κόκκινη βία τη δεκαετία του ’40 στην Πιερία, εκδόσεις Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη.

Ιερά Μονή Αγίου Διονυσίου του εν Ολύμπω (επιμ.) (2004), 1943-2003. Εξήντα χρόνια μετά την καταστροφή, έκδοση Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Πιερίας, Κατερίνη.

Καλύβας Ν. Στάθης – Μαρατζίδης Νίκος (2015), Εμφύλια Πάθη. 23 ερωτήσεις και απαντήσεις για τον Εμφύλιο, εκδόσεις Μεταίχμιο, Αθήνα.

Κανταρτζής Σάββας (1982), Νίκη χωρίς ρομφαία. Η Δαμασκός του 20ου αιώνα, εκδόσεις Ελληνικού Κινήματος Πνευματικής Αναγεννήσεως, τόμος Η΄,  Κατερίνη.

Καφτατζής Γιώργος (1999), Το ναζιστικό στρατόπεδο Παύλου Μελά Θεσσαλονίκης (1941-1944), εκδόσεις Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη.

Κουζινόπουλος Σπύρος (2005), «Ο Τύπος της Αντίστασης στην Ελλάδα» στο Δρούλια Λουκία (επιμ.), Ο Ελληνικός Τύπος 1784 ως σήμερα. Ιστορικές και θεωρητικές προσεγγίσεις. Πρακτικά Διεθνούς Συνεδρίου. Αθήνα, 23-25 Μαΐου 2002, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Ερευνών, Αθήνα.

Κρήτος Γεώργιος ή Θαλής (1987), Εθνική Αντίσταση. Δράση του 50ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ, προσωπική έκδοση, Θεσσαλονίκη.

Κωστής Κώστας (2018), Τα κακομαθημένα παιδιά της Ιστορίας. Η διαμόρφωση του νεοελληνικού κράτους 18ος – 21ος αιώνας, εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα.

Λιάκος Αντώνης (2019), Ο ελληνικός 20ος αιώνας, εκδόσεις Πόλις, Αθήνα.

Μαρατζίδης Νίκος (2001), Γιασασίν Μιλέτ – Ζήτω το Έθνος. Προσφυγιά, Κατοχή και Εμφύλιος: Εθνοτική ταυτότητα και πολιτική συμπεριφορά στους τουρκόφωνους ελληνορθόδοξους του Δυτικού Πόντου, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο.

Παπαγεωργίου Ε.Γ (1981), Παραλειπόμενα της Εθνικής Αντίστασης. Αναμνήσεις από τη δράση του 50ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα.

Πρωτόπαπας – Κικίτσας Σαράντης (1978), Η Χη Μεραρχία του Ε.Λ.Α.Σ, προσωπική έκδοση, Αθήνα.

Σαλπιστής Νίκος (2003), Κατερίνη 1941-1945. Μέρες Κατοχής, Αντίστασης, Δημιουργίας, προσωπική έκδοση, Κατερίνη.

Σκαλιδάκης Γιάννης (2012), Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης (1944). Ένας τύπος επαναστατικής εξουσίας. Πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές παράμετροι, Διδακτορική διατριβή, Τμήμα Πολιτικών Επιστημών ΑΠΘ:   https://ikee.lib.auth.gr/record/129184/files/Skalidakis.pdf

Σπυριδόπουλος Γιώργος (2016), Τον καιρό της Γερμανικής Κατοχής στην Ελλάδα. Απομνημονεύματα από τα βασανιστήρια της Μαρίας Σπυριδοπούλου, προσωπική  έκδοση, Κατερίνη.

Τεγούλια – Τσιλιμίγκρα Ελπίδα (1999), Η άρνηση της υποταγής, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα.

Χαλκίδης Ευθύμιος – Τερζόπουλος Μιλτιάδης (2011), Παπα Λόχερ απολογήσου…, εκδόσεις Δρόμων, Αθήνα.

 

Μαρτυρίες

Αμβροσιάδης Λάζαρος (2023), συνέντευξη-αφήγηση ζωής στη Ρούλα Παρασκευαίδου.

Αναστασιάδης Γιώργος (2022),  συνέντευξη-αφήγηση ζωής στον Γιάννη Ποικιλίδη.

Αναστασιάδου Μαργαρίτα. Ημερολόγιο από το αρχείο της Γεωργίας Σιδηροπούλου

Δεληγιαννίδης Δημήτριος (Τάκης) (2019), συνέντευξη-αφήγηση ζωής στον Γιάννη Ποικιλίδη.

Δενεσίδου – Γαζή Δέσποινα (2018), συνέντευξη-αφήγηση ζωής στον Γιάννη Ποικιλίδη.

Δούκας Αντώνης (2018), συνέντευξη-αφήγηση ζωής στον Γιάννη Ποικιλίδη.

Παπαδόπουλος Τάκης (2018), συνέντευξη-αφήγηση ζωής στον Γιάννη Ποικιλίδη.

Επιμέλεια άρθρου Γ.Χ.Ποικιλίδης